Pulsus tardus είναι ιατρικός όρος που χρησιμοποιείται κυρίως ως ουσιαστικό.
/pʌl.səs ˈtɑːr.dəs/
Pulsus tardus αναφέρεται σε έναν αργό ή καθυστερημένο παλμό, συνήθως σε σχέση με τις καρδιοαγγειακές παθήσεις. Στη ιατρική, ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κατάσταση όπου ο παλμός είναι αδύναμος και αναγνωρίζεται εύκολα, κάτι που μπορεί να υποδηλώνει πρόβλημα στην καρδιά ή στα αιμοφόρα αγγεία. Χρησιμοποιείται συχνά σε ιατρικά πλαίσια και δεν είναι τόσο κοινό σε καθημερινές συζητήσεις.
Ο ασθενής παρουσίασε αργό σφυγμό, υποδεικνύοντας πιθανή στένωση της αορτής.
In cases of severe heart disease, a pulsus tardus can be a critical finding during examination.
Pulsus tardus δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενος σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά η ιατρική κοινότητα χρησιμοποιεί σχετικές φράσεις που περιλαμβάνουν την κατάσταση του παλμού.
"Είχε τόσο αδύναμο καρδιοχτύπι που περιγράφηκε ως αργός σφυγμός."
"Upon auscultation, the doctor noted the pulsus tardus and ordered further tests."
"Κατά την ακρόαση, ο γιατρός σημείωσε τον αργό σφυγμό και διέταξε περαιτέρω εξετάσεις."
"During the check-up, they found a pulsus tardus, suggesting the need for immediate intervention."
Ο όρος προέρχεται από τα λατινικά: "pulsus" που σημαίνει "παλμός" και "tardus" που σημαίνει "αργός". Αυτή η σύνθεση αντικατοπτρίζει την περιγραφή της κατάστασης που αναφέρεται στην ύπαρξη ενός αργού παλμού.
υποτονικός παλμός
Αντώνυμα:
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη κατανόηση του όρου "pulsus tardus".