Είναι μια φράση που λειτουργεί ως επίθετο και επιρρηματική φράση.
/pjʊrli ænəˈlɪtɪkəl/
Η φράση "purely analytical" αναφέρεται σε μια προσέγγιση που βασίζεται αυστηρά στην ανάλυση, χωρίς επιρροές ή συναισθηματικά στοιχεία. Χρησιμοποιείται συχνά σε επιστημονικά, ακαδημαϊκά ή επαγγελματικά συμφραζόμενα για να περιγράψει μια μέθοδο ή μια διαδικασία που στηρίζεται αποκλειστικά σε δεδομένα και λογική. Η φράση είναι πιο συχνή σε γραπτό πλαίσιο όπως ερευνητικά άρθρα, αναφορές ή αναλύσεις.
The conclusions were drawn from purely analytical methods.
Οι συμπεράσματα προήλθαν από καθαρά αναλυτικές μεθόδους.
Her assessment of the situation was purely analytical and lacked empathy.
Η εκτίμησή της για την κατάσταση ήταν απολύτως αναλυτική και lacked ενσυναίσθηση.
In scientific research, purely analytical results are crucial for credibility.
Στην επιστημονική έρευνα, καθαρά αναλυτικά αποτελέσματα είναι κρίσιμα για την αξιοπιστία.
Δυστυχώς, δεν υπάρχουν πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που να περιλαμβάνουν τη λέξη "purely". Ωστόσο, μπορούμε να αναφέρουμε μερικές προτάσεις που περιλαμβάνουν τη λέξη με τον ίδιο νου:
The decision was made purely on analytical grounds. Η απόφαση ελήφθη απολύτως με βάση αναλυτικά κριτήρια.
He approached the problem in a purely analytical way. Αντιμετώπισε το πρόβλημα με καθαρά αναλυτικό τρόπο.
Our discussion remained purely analytical and did not deviate into personal opinions. Η συζήτησή μας παρέμεινε απολύτως αναλυτική και δεν παρεκτράπηκε σε προσωπικές απόψεις.
Η λέξη "purely" προέρχεται από το μεσαιωνικό "pure" που σημαίνει "καθαρός", και το επίρρημα "-ly". Ο όρος "analytical" προέρχεται από το ελληνικό "αναλυτικός" (analytikos), που πηγάζει από τη λέξη "αναλύω" (analyō), που σημαίνει "να διαχωρίσω σε μέρη".
Συνώνυμα: - strictly analytical - exclusively analytical - completely analytical
Αντώνυμα: - subjective - emotional - intuitive