Ρήμα
/ˈseɪbər ˌrætl/
Η έκφραση "sabre-rattle" αναφέρεται σε έναν τρόπο να δείχνεις ή να ανακοινώνεις στρατιωτική ή πολιτική δύναμη, συχνά για να αποτρέψεις ή να απειλήσεις έναν αντίπαλο. Χρησιμοποιείται κυρίως στο πλαίσιο στρατηγικής και συχνά υποδηλώνει, ότι δεν υπάρχει πραγματική πρόθεση να χρησιμοποιηθεί η στρατιωτική δύναμη αλλά ότι είναι μια μορφή εκφοβισμού. Η συχνότητά της είναι υψηλή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, ιδιαίτερα σε πολιτικές και στρατηγικές συζητήσεις.
The country decided to sabre-rattle to assert its dominance in the region.
Η χώρα αποφάσισε να κτυπήσει το σπαθί για να επιβεβαιώσει την κυριαρχία της στην περιοχή.
In times of tension, leaders often resort to sabre-rattling as a display of power.
Σε περιόδους έντασης, οι ηγέτες συχνά καταφεύγουν σε κτύπημα σπαθιού ως επίδειξη ισχύος.
The government's sabre-rattling was seen as a warning to its rivals.
Το κτύπημα σπαθιού της κυβέρνησης θεωρείτο προειδοποίηση προς τους αντιπάλους της.
Η φράση "sabre-rattle" χρησιμοποιείται συχνά σε στρατηγικά και πολιτικά συμφραζόμενα. Ακολουθούν μερικές ιδιωματικές εκφράσεις σχετικές με την έννοια αυτή:
"They engaged in sabre-rattling to intimidate their competitors."
Εμπλέκονταν σε κτύπημα σπαθιού για να εκφοβίσουν τους ανταγωνιστές τους.
"The sabre-rattling did little to resolve the conflict."
Το κτύπημα σπαθιού δεν βοήθησε πολύ στην επίλυση της σύγκρουσης.
"Critics argue that sabre-rattling often leads to real confrontations."
Οι κριτικοί υποστηρίζουν ότι το κτύπημα σπαθιού συχνά οδηγεί σε πραγματικές συγκρούσεις.
"In international politics, sabre-rattling can be a double-edged sword."
Στην διεθνή πολιτική, το κτύπημα σπαθιού μπορεί να είναι ένα διπλό σπαθί.
"Their sabre-rattling backfired and increased tensions instead of reducing them."
Το κτύπημα σπαθιού τους αποδείχθηκε αντεπίθεσή και αύξησε τις εντάσεις αντί να τις μειώσει.
"Sabre-rattling may strengthen alliances, but it can also provoke enemies."
Το κτύπημα σπαθιού μπορεί να ενισχύσει τις συμμαχίες, αλλά μπορεί επίσης να προκαλέσει τους εχθρούς.
Η λέξη "sabre" προέρχεται από τη γαλλική "sabre", η οποία αναφέρεται σε ένα μακρύ, κοφτερό σπαθί. Ο όρος "rattle" αναφέρεται στο να κάνεις έναν θόρυβο, με τη μεταφορική έννοια να δείχνεις ή να απειλείς. Η ένωση των δύο λέξεων δημιουργεί την ιδέα της επίδειξης στρατιωτικής ισχύος μέσω ήχου ή απειλής.
Συνώνυμα: - brinkmanship (πακριβής πολιτική απόδοση) - military posturing (στρατιωτική ποζαρία)
Αντώνυμα: - conciliation (συμφιλίωση) - diplomacy (διπλωματία)