Το "sand wheel" είναι ουσιαστικό.
/sænd wiːl/
Ο όρος "sand wheel" αναφέρεται σε ένα εργαλείο ή μηχάνημα που χρησιμοποιείται για την αφαίρεση ή μεταφορά άμμου. Είναι συνήθως συνδεδεμένο με κατασκευές, γεωργία ή περιβάλλοντα που είναι πλούσια σε άμμο. Η χρήση του είναι πιο συχνή σε γραπτά κείμενα που αφορούν μηχανική ή γεωλογία παρά στον προφορικό λόγο.
Ο τροχός άμμου χρησιμοποιήθηκε για να ισιώσει την παραλία.
We need a sand wheel to remove the excess sand from the construction site.
Ο όρος "sand wheel" δεν είναι συνήθως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων στην αγγλική γλώσσα, αλλά μπορεί να εμφανίζεται σε περιπτώσεις που σχετίζονται με την εργασία με άμμο ή την κατασκευή.
Ο όρος "sand" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "sand", που σημαίνει σκόνη ή νιφάδα, και "wheel" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "hwēol", που σημαίνει έναν κυλινδρικό τροχό ή πειρασμό.
Συνώνυμα: - sand cart (καρότσα άμμου) - sand spreader (διασκορπιστής άμμου)
Αντώνυμα: - clay wheel (τροχός πηλού) - rock wheel (τροχός βράχου)