Η λέξη "sawn-off" αναφέρεται συνήθως σε ένα αντικείμενο, συνήθως ένα όπλο, που έχει κοπεί ή τροποποιηθεί ώστε να είναι πιο κοντό. Στην αγγλική γλώσσα, χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει "sawn-off shotgun", δηλαδή μια καραμπίνα με κοντό κανόνι. Η λέξη αυτή χρησιμοποιείται περισσότερο στο γραπτό κείμενο και σε αναφορές σε επίσημες ή νομικές λεπτομέρειες σχετικά με τα όπλα.
Η αστυνομία βρήκε μια κομμένη καραμπίνα στο αυτοκίνητο του υπόπτου.
He was charged with possession of a sawn-off weapon.
Κατηγορήθηκε για κατοχή κομμένου όπλου.
The movie featured a criminal using a sawn-off shotgun for intimidation.
Η λέξη "sawn-off" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά αναφέρεται συχνά σε θέματα σχετιζόμενα με τον κόσμο της εγκληματικότητας ή του κινηματογράφου.
Αφού αποφάσισε να πάρει τον κομμένο δρόμο στις επιλογές του στη ζωή.
"Using a sawn-off argument will only weaken your case."
Η λέξη "sawn-off" προέρχεται από το ρήμα "saw" (κόβω) και το επίθετο "off" (εκτός). Συνδυάζει τον τρόπο που το αντικείμενο έχει τροποποιηθεί (κομένο) και την κατηγορία στην οποία ανήκει (όπλα).
Cut (κομμένο)
Αντώνυμα: