Η φράση "scads of money" σημαίνει ότι κάποιος έχει πολύ μεγάλη ποσότητα χρημάτων. Χρησιμοποιείται κυρίως στον προφορικό λόγο και είναι μια πιο ανεπίσημη και συναισθηματική έκφραση σε σχέση με την απλή φράση "a lot of money". Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή σε μη επίσημα πλαίσια, όπως σε συζητήσεις ή σε κείμενα που επιδιώκουν μια πιο ελαφριά ή χαλαρή ατμόσφαιρα.
Κέρδισε τεράστια ποσά χρημάτων στη λοταρία.
After selling his business, he has scads of money to invest.
Μετά την πώληση της επιχείρησής του, έχει πολλά λεφτά να επενδύσει.
She spends scads of money on designer clothes.
Η φράση "scads of money" μπορεί να συναντηθεί σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με πλούτο και χρήματα. Ακολουθούν μερικές:
Έβγαλε τεράστια ποσά χρημάτων από το χρηματιστήριο.
With scads of money behind her, she can achieve her dreams.
Με πολλά λεφτά πίσω της, μπορεί να πετύχει τα όνειρά της.
They inherited scads of money from their grandparents.
Κληρονόμησαν σωρούς χρημάτων από τους παππούδες τους.
He always talks about having scads of money, but I’m not sure how true that is.
Πάντα μιλάει για το ότι έχει πολλά λεφτά, αλλά δεν είμαι σίγουρος πόσο αληθινό είναι αυτό.
I’d love to have scads of money to travel around the world.
Θα ήθελα να έχω πολλά λεφτά για να ταξιδέψω γύρω από τον κόσμο.
Having scads of money can change a person’s perspective on life.
Η λέξη "scad" προέρχεται πιθανόν από το αγγλικό λαϊκό ή διάλεκτο και σημαίνει "πολλά" ή "πολύ", συνήθως χρησιμοποιούμενη σε συνδυασμούς που αναφέρονται σε ποσότητες. Η φράση "scads of money" ενσωματώνει αυτή την ιδέα της αφθονίας.