"Scarce" είναι επίθετο, ενώ "chocolate-tip" είναι σύνθετο επίθετο που αναφέρεται σε κάτι που έχει χρώμα ή χαρακτηριστικά στην άκρη που μοιάζουν με σοκολάτα.
Scarce: /skɛərs/
Chocolate-tip: /ˈtʃɔk.lɪt.tɪp/
Scarce αναφέρεται σε κάτι που δεν είναι διαθέσιμο σε επαρκείς ποσότητες. Χρησιμοποιείται συνήθως για να δηλώσει σπανιότητα.
Chocolate-tip ενδέχεται να αναφέρεται σε διάφορες χρήσεις, όπως σε γλυκά ή οπτική περιγραφή αντικειμένων που έχουν σκούρες άκρες.
Η λέξη "scarce" χρησιμοποιείται συχνά και στα δύο: προφορικά και γραπτώς, ενώ η λέξη "chocolate-tip" κυρίως σε γραπτές περιγραφές.
Τα σπάνια λουλούδια με σοκολατίνη άκρη ανθίζουν την άνοιξη.
He found a scarce chocolate-tip variant of the butterfly.
Η λέξη "scarce" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις:
Αυτό το είδος αρχαίου αντικειμένου είναι σπάνιο σαν δόντια κοτούλας.
Scarce resources
Πρέπει να κατανοήσουμε τους περιορισμένους πόρους μας με σοφία.
Scarce opportunities
Οι προσφορές εργασίας σε αυτόν τον τομέα είναι σπάνιες ευκαιρίες.
Scarce attention
Η λέξη "scarce" προέρχεται από το μεσαιωνικό Αγγλικό "scars" που σημαίνει "μικρός". Το "chocolate" προέρχεται από τη γαλλική λέξη "chocolat", η οποία προέρχεται από το Nahuatl "xocolatl", και "tip" προέρχεται από την παλαιά Αγγλική "tippe", που σημαίνει "άκρη".
Scarce
- Συνώνυμα: rare, limited, insufficient
- Αντώνυμα: abundant, plentiful
Chocolate-tip
- Συνώνυμα (κατά περίπτωση): brown-tipped, dark-tipped
- Αντώνυμα: light-tipped