Ο όρος "scops owl" είναι ένα ουσιαστικό.
[skɒps aʊl]
Η κουκουβάγια Σκόψ (scops owl) αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη οικογένεια νυχτερινών πτηνών που ανήκουν στην οικογένεια Strigidae. Αυτά τα πουλιά είναι γνωστά για το μικρό τους μέγεθος και την ικανότητά τους να πετάνε σιωπηλά. Συχνά χρησιμοποιούνται στις αγγλικές φράσεις για να εκπροσωπήσουν νυχτερινά ή απόμερα πλάσματα.
Συχνότητα χρήσης: Η φράση "scops owl" δεν είναι τόσο συχνή στον καθημερινό προφορικό λόγο, αλλά χρησιμοποιείται σε περιγράμματα φυσιολατρικής θεματολογίας, βιβλία, ή σε αναφορές που αφορούν τη ζωολογία.
Η κουκουβάγια Σκόψ είναι γνωστή για την χαρακτηριστική της φωνή τη νύχτα.
Many birdwatchers are excited to spot a scops owl in the wild.
Πολλοί παρατηρητές πουλιών ενθουσιάζονται να δουν μια κουκουβάγια Σκόψ στη φύση.
The scops owl blends perfectly into its surroundings during the day.
Η φράση "scops owl" συνήθως δεν χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, η κουκουβάγια, γενικά, έχει κάποιες συνδυαστικές φράσεις που σχετίζονται με τη σοφία ή τη νύχτα.
"Στην ησυχία της νύχτας, όπως μια κουκουβάγια Σκόψ, βρίσκουμε τη σοφία μας."
"Beware of the shadows; the scops owl might be watching."
Η λέξη "scops" προέρχεται από την ελληνική λέξη "σκοπίς", που σημαίνει «κουκουβάγια», και αναφέρεται στο χαρακτηριστικό κλάμα ή λυκοφωνή της. Το "owl" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "uwla".
Συνώνυμα: - κουκουβάγια - νυχτοπούλι
Αντώνυμα: - ημέρα - φωτεινό (όσον αφορά τη δραστηριότητα των πουλιών)