Screw-plate είναι ένα ουσιαστικό.
/s kruː pleɪt/
Η λέξη screw-plate αναφέρεται σε μια πλάκα που σχεδιάζεται για να στερεώνεται σε μια επιφάνεια με βίδες. Η πλάκα αυτή χρησιμοποιείται συχνά σε μηχανικές ή κατασκευαστικές εφαρμογές. Η χρήση της μπορεί να παρατηρηθεί σε διάφορα βιομηχανικά και κατασκευαστικά περιβάλλοντα. Θεωρείται μια τεχνική λέξη και χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο και τεχνικές συζητήσεις παρά στον προφορικό λόγο, αν και μπορεί να χρησιμοποιείται από ειδικούς στον τομέα.
Ο μηχανικός σχεδίασε μια νέα βιδωτή πλάκα για τη μηχανή.
You need to tighten the screw-plate to ensure stability.
Πρέπει να σφίξεις την βιδωτή πλάκα για να εξασφαλίσεις σταθερότητα.
The installation of the screw-plate was completed in no time.
Η λέξη screw είναι συχνά μέρος διάφορων ιδιωματικών εκφράσεων, αν και η φράση "screw-plate" δεν είναι εδραιωμένη ως ιδιωματική. Ωστόσο, η χρήση της "screw" στις εκφράσεις μπορεί να επισημάνει τη χρησιμότητα των βιδωτών στοιχείων.
Πραγματικά τα έκανα θάλασσα στην παρουσίαση χθες.
Screw around - This means to waste time or be disorganized.
Σταμάτα να χάνεις χρόνο και άρχισε να δουλεύεις στο έργο σου.
Screw one's head on straight - This means to think clearly or to be organized.
Η λέξη screw προέρχεται από την παλαιά γαλλική λέξη escrouer, που σημαίνει "να στρέφεις". Η λέξη "plate" προέρχεται από την παλαιά γαλλική λέξη plate, που σημαίνει "flat" ή "level". Συνδυάστηκαν για να σχηματίσουν την έννοια της βιδωτής πλακέτας.