Η φράση "search space" αποτελείται από δύο ουσιαστικά και συνήθως χρησιμοποιείται ως όρος στην πληροφορική και τα μαθηματικά.
/sɜːrʧ speɪs/
Η φράση "search space" αναφέρεται στο σύνολο όλων των πιθανών λύσεων ή καταστάσεων που μπορεί να εξεταστούν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αναζήτησης σε προβλήματα υπολογισμού ή τεχνητής νοημοσύνης. Χρησιμοποιείται κυρίως στην πληροφορική και τα μαθηματικά, και σε περιβάλλοντα όπου εξετάζονται πιθανές λύσεις σε κάποιο πρόβλημα. Η χρήση της είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο, ιδίως σε τεχνικά ή επιστημονικά έργα.
Ο αλγόριθμος πρέπει να εξερευνήσει ένα τεράστιο χώρο αναζήτησης για να βρει την βέλτιστη λύση.
Reducing the search space can significantly improve the efficiency of the search algorithm.
Η μείωση του χώρου αναζήτησης μπορεί να βελτιώσει σημαντικά την αποδοτικότητα του αλγορίθμου αναζήτησης.
In machine learning, the search space can become extremely large as the number of parameters increases.
Η φράση "search space" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, όμως παρόμοιοι όροι μπορούν να συναντηθούν σε τεχνικά ή επιστημονικά πλαίσια. Ορισμένες σχετικές προτάσεις είναι:
Πρέπει να περιορίσουμε τον χώρο αναζήτησης για να καταστήσουμε τους υπολογισμούς εφικτούς.
The complexity of the problem increased the size of the search space exponentially.
Η πολυπλοκότητα του προβλήματος αύξησε τον όγκο του χώρου αναζήτησης εκθετικά.
Many optimization problems deal with large search spaces.
Η φράση “search space” προέρχεται από την αγγλική γλώσσα. Το "search" προέρχεται από τη μεσαιωνική αγγλική λέξη "serchen", που σημαίνει "αναζητώ", ενώ το "space" προέρχεται από τη λατινική λέξη “spatium”, που σημαίνει "χώρος" ή "διάστημα".
Συνώνυμα: - Search area - Solution space
Αντώνυμα: - Known solution space (όταν υπάρχει ήδη μια λύση ή περιορισμένος χώρος λύσεων)