Ο όρος "secondary combustion space" αποτελείται από δύο λέξεις: "secondary" (επίθετο) και "combustion space" (ουσιαστικό σύνθετο).
/ˈsɛkəndəri kəmˈbʌʃtʃən speɪs/
Ο όρος "secondary combustion space" αναφέρεται σε μία περιοχή σε μια εγκατάσταση καύσης (όπως σε λέβητες ή φούρνους) όπου πραγματοποιείται επιπλέον καύση των καυσίμων ή των αερίων καύσης. Αυτή η διαδικασία συμβάλλει στη βελτίωση της αποδοτικότητας και στη μείωση των εκπομπών ρύπων. Η συχνότητα χρήσης του όρου είναι υψηλή στον τομέα της μηχανικής και της περιβαλλοντικής επιστήμης. Χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο, όπως σε τεχνικές αναφορές και μελέτες.
Ο σχεδιασμός της δευτερεύουσας ζώνης καύσης βελτιώνει την αποδοτικότητα του φούρνου.
Proper management of the secondary combustion space can reduce emissions significantly.
Η σωστή διαχείριση της δευτερεύουσας ζώνης καύσης μπορεί να μειώσει σημαντικά τις εκπομπές.
Engineers analyzed the flow dynamics within the secondary combustion space.
Ο όρος "secondary combustion space" δεν είναι ιδιαίτερα κομμάτι αφθονών ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά συνδέεται με το πεδίο των ενεργειακών διαδικασιών και σχετικών τεχνολογιών. Εντούτοις, ακολουθούν ορισμένες σχετικές προτάσεις:
Στο πλαίσιο της παραγωγής ενέργειας, η βελτιστοποίηση της δευτερεύουσας ζώνης καύσης είναι κρίσιμη.
Many new technologies focus on the design of the secondary combustion space to reduce waste.
Πολλές νέες τεχνολογίες επικεντρώνονται στο σχεδιασμό της δευτερεύουσας ζώνης καύσης για να μειώσουν τα απορρίμματα.
The secondary combustion space must be monitored for safety and efficiency purposes.
Ο όρος προέρχεται από τη λέξη "secondary" που σημαίνει "δευτερεύων" και την έκφραση "combustion space", που αναφέρεται σε "χώρο καύσης". Ο συνδυασμός αυτός επικεντρώνεται στην έννοια μιας επιπλέον περιοχής καύσης που χρησιμεύει για την ενίσχυση της διαδικασίας καύσης.