securance - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

securance (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Securance είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/ˌsiː.kjʊˈrɑːns/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη securance αναφέρεται στη διαδικασία ή την κατάσταση της διασφάλισης, της προστασίας και της εγγύησης. Χρησιμοποιείται κυρίως σε νομικά και οικονομικά πλαίσια, όταν αναφερόμαστε σε μέτρα που εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση ή την προστασία από κινδύνους. Η συχνότητα χρήσης της στον προφορικό λόγο είναι χαμηλότερη από ότι στο γραπτό, καθώς πρόκειται για πιο τεχνικό όρο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The securance of the project was essential to its success.
    Η διασφάλιση του έργου ήταν καθοριστική για την επιτυχία του.

  2. Without proper securance, the investment could be at risk.
    Χωρίς κατάλληλη εξασφάλιση, η επένδυση θα μπορούσε να είναι σε κίνδυνο.

  3. The bank requires securance before approving the loan.
    Η τράπεζα απαιτεί εξασφάλιση πριν εγκρίνει το δάνειο.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Securance δεν είναι έτσι καθιερωμένο σε ιδιωματικές εκφράσεις όπως άλλες λέξεις, ωστόσο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες αναφορές σχετικά με τη διασφάλιση και την προστασία.

  1. "The securance of a deal often requires legal expertise."
    Η διασφάλιση μιας συμφωνίας συχνά απαιτεί νομική εμπειρογνωμοσύνη.

  2. "In the world of finance, securance is key to minimizing risks."
    Στον κόσμο των οικονομικών, η διασφάλιση είναι το κλειδί για την ελαχιστοποίηση των κινδύνων.

  3. "Securance measures should always be in place for company assets."
    Τα μέτρα διασφάλισης θα πρέπει πάντα να είναι σε εφαρμογή για τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας.

Ετυμολογία

Η λέξη securance πιθανόν προέρχεται από τη λέξη secure που σημαίνει "ασφαλής" και την κατάληξη "-ance" που χρησιμοποιείται για να μετατρέψει ρήματα σε ουσιαστικά, αναφερόμενα σε διαδικασίες ή καταστάσεις, όπως "assurance" ή "insurance".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Assurance - Guarantee - Protection

Αντώνυμα: - Insecurity - Risk - Vulnerability



25-07-2024