Seedtime είναι ουσιαστικό (noun).
Η φωνητική μεταγραφή του "seedtime" είναι /ˈsiːdtaɪm/.
Η λέξη "seedtime" αναφέρεται στην εποχή του έτους κατά την οποία σπέρνουμε σπόρους, συνήθως αναφερόμενη στην αγροτική πρακτική. Είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη σε γραπτό κείμενο, όπως συνοδευτικά κείμενα σχετικά με γεωργία, ενώ ο προφορικός λόγος μπορεί να την περιλαμβάνει σε συγκεκριμένα ζητήματα που αφορούν την καλλιέργεια των φυτών.
Seedtime is crucial for ensuring a good harvest. Η εποχή σποράς είναι κρίσιμη για να διασφαλιστεί μια καλή συγκομιδή.
Farmers often prepare their fields well in advance of seedtime. Οι αγρότες συχνά προετοιμάζουν τα χωράφια τους πολύ πριν από την εποχή σποράς.
In ancient cultures, rituals were performed to bless the seedtime. Σε αρχαίους πολιτισμούς, τελετές πραγματοποιούνταν για να ευλογηθούν οι καιροί σποράς.
Η λέξη "seedtime" δεν έχει πολλές γνωστές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά αναφέρεται συχνά σε μεταφορές που σχετίζονται με ανάπτυξη και προετοιμασία:
“As the seedtime comes, it’s important to nurture the soil.” Καθώς έρχεται η εποχή σποράς, είναι σημαντικό να φροντίσουμε το έδαφος.
“During seedtime, patience is key to future prosperity.” Κατά την εποχή σποράς, η υπομονή είναι το κλειδί για μελλοντική ευημερία.
“Embrace the seedtime; every great journey begins with a small step.” Αγκάλιασε την εποχή σποράς· κάθε μεγάλη πορεία αρχίζει με ένα μικρό βήμα.
Η λέξη "seedtime" προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων "seed" (σπόρος) και "time" (χρόνος), υποδηλώνοντας την εποχή κατά την οποία σπέρνουμε σπόρους.
Συνώνυμα: - Planting season (εποχή φύτευσης) - Sowing time (χρόνος σποράς)
Αντώνυμα: - Harvest time (χρόνος συγκομιδής) - Dormant season (καθιστική εποχή)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για τη λέξη "seedtime" και τη χρήση της στην αγγλική γλώσσα.