Seismic sounding είναι μία φράση και λειτουργεί ως ονοματική σύνθεση.
/ˈsaɪzmɪk ˈsaʊndɪŋ/
Η φράση "seismic sounding" αναφέρεται σε μια μέθοδο γεωφυσικής ερευνών που χρησιμοποιεί δονήσεις ή ήχους για να μελετήσει και να αναλύσει τη δομή του υπεδάφους. Αυτή η μέθοδος χρησιμοποιείται συχνά στη γεωλογία, την υδρολογία και την εξερεύνηση πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η φράση έχει ερευνητική και τεχνική χρήση και εμφανίζεται συχνά σε γραπτό κείμενο, όπως επιστημονικές μελέτες και τεχνικές αναφορές.
Η σεισμική ανίχνευση μπορεί να αποκαλύψει σημαντικά γεωλογικά χαρακτηριστικά κάτω από την επιφάνεια.
Many companies rely on seismic sounding to find new oil reserves.
Πολλές εταιρείες βασίζονται στη σεισμική ανίχνευση για να βρουν νέες αποθέσεις πετρελαίου.
The process of seismic sounding involves sending sound waves into the ground.
Η φράση "seismic sounding" δεν είναι συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο υπάρχουν σχετικές φράσεις που χρησιμοποιούνται στη γεωλογία και την ερευνά. Ακολουθούν μερικά παραδείγματα με προτάσεις:
Δεδομένα από σεισμική ανίχνευση βοηθούν στην πρόβλεψη σεισμών.
"They employed seismic sounding techniques to map underwater terrains."
Χρησιμοποίησαν τεχνικές σεισμικής ανίχνευσης για να χαρτογραφήσουν υποθαλάσσιες περιοχές.
"Understanding seismic sounding is crucial for engineers working on large infrastructures."
Η λέξη "seismic" προέρχεται από την ελληνική λέξη "σεισμός" (seismos), που σημαίνει "σεισμός", μαζί με την κατάληξη "-ic" που δηλώνει σχέδιο ή σχέση με κάτι. Η λέξη "sounding" προέρχεται από την παλαιά γαλλική λέξη "sonde", που σημαίνει "να σκανάρετε" ή "να μετρήσετε".
Συνώνυμα: - Geophysical sounding - Ground probing
Αντώνυμα: - Airborne survey (αεροπορική έρευνα) - Surface inspection (επιφανειακή επιθεώρηση)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα σχετικά με την έννοια και τη χρήση της φράσης "seismic sounding".