Το "self-acting lubricator" λειτουργεί ως ουσιαστικό (noun).
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "self-acting lubricator" στο Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο είναι: /sɛlf ˈæktɪŋ ˈluːbrɪkeɪtər/
Ο όρος "self-acting lubricator" αναφέρεται σε μια προς αυτοματοποίηση συσκευή ή μηχανισμό που διανέμει λιπαντικό σε μέρη ενός μηχανήματος, βασισμένο σε φυσικές διαδικασίες όπως η πίεση ή η θερμότητα. Η χρήση του είναι συχνή σε βιομηχανικά περιβάλλοντα. Χρησιμοποιείται κυρίως σε τεχνικά, μηχανικά και βιομηχανικά κείμενα, επομένως συναντάται περισσότερο σε γραπτό λόγο παρά στον προφορικό.
Ο αυτο-λειτουργικός λιπαντήρας διασφαλίζει ότι όλα τα μέρη είναι σωστά λιπανμένα.
We installed a self-acting lubricator in the machine to reduce maintenance costs.
Εγκαταστάσαμε έναν αυτο-λειτουργικό λιπαντήρα στη μηχανή για να μειώσουμε τα κόστη συντήρησης.
The effectiveness of the self-acting lubricator was tested under various conditions.
Η φράση "self-acting lubricator" δεν είναι συνήθως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά μπορούμε να δούμε κάποιες σχετικές παραδείγματα:
Ο αυτο-λειτουργικός λιπαντήρας είναι μια επαναστάτηση στη σύγχρονη μηχανική.
Without a self-acting lubricator, the machine would wear out quickly.
Χωρίς έναν αυτο-λειτουργικό λιπαντήρα, η μηχανή θα φθειρόταν γρήγορα.
Implementing a self-acting lubricator can lead to significant efficiency improvements.
Ο όρος "self-acting" αποτελείται από το πρόθεμα "self" (αυτός, αυτο-) και τη λέξη "acting" (ενεργητικός, που δρά), που προέρχεται από το ρήμα "act". Η λέξη "lubricator" προέρχεται από το λατινικό "lubricare", που σημαίνει "να λιπαίνω".
Συνώνυμα: - auto-lubricator - automatic lubricator
Αντώνυμα: - manual lubricator - non-lubricating device