Το "self-exile" είναι ουσιαστικό.
/ˈsɛlf ˈɛksaɪl/
Η λέξη "self-exile" αναφέρεται στην πράξη της απομάκρυνσης ενός ατόμου από την πατρίδα του ή από την κοινωνία, συνήθως με δική του επιλογή, συχνά για να αποφύγει πολιτικές ή κοινωνικές πιέσεις. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει καταστάσεις όπου κάποιος επιλέγει να ζήσει μακριά από την κοινωνία ή την χώρα του, συνήθως λόγω δυσφορίας ή ανάγκης για προσωπική ελευθερία.
Συχνότητα χρήσης: Η λέξη "self-exile" δεν είναι πολύ συχνή στην καθημερινή ομιλία, αλλά μπορεί να εμφανίζεται σε πιο επίσημα πλαίσια ή πολιτικά κείμενα.
After the scandal, he chose self-exile rather than face the public.
Μετά το σκάνδαλο, προτίμησε την αυτοεξορία παρά να αντιμετωπίσει το κοινό.
Many artists have lived in self-exile to escape the pressures of fame.
Πολλοί καλλιτέχνες έχουν ζήσει σε αυτοεξορία για να ξεφύγουν από τις πιέσεις της διασημότητας.
Her decision of self-exile allowed her to find peace away from the media's scrutiny.
Η απόφαση της για αυτοεξορία της επέτρεψε να βρει ηρεμία μακριά από την προσοχή των ΜΜΕ.
To live in self-exile can be a necessary choice for some individuals.
Να ζει κανείς σε αυτοεξορία μπορεί να είναι μια απαραίτητη επιλογή για ορισμένα άτομα.
The concept of self-exile resonates with many political dissidents.
Η έννοια της αυτοεξορίας αντηχεί με πολλούς πολιτικούς dissidents.
In a state of self-exile, he reflected on his life's choices.
Σε κατάσταση αυτοεξορίας, αναλογίστηκε τις επιλογές της ζωής του.
Η λέξη "self-exile" αποτελείται από το πρόθεμα "self-" που αναφέρεται στον εαυτό και το ουσιαστικό "exile", το οποίο προέρχεται από τη λατινική λέξη "exilium".
Συνώνυμα: - αυτοεξορία - απομόνωση
Αντώνυμα: - επιστροφή - κοινωνικοποίηση
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια πλήρη εικόνα για τη λέξη "self-exile", συμπεριλαμβανομένων των παραδειγματικών χρήσεων και των πολιτιστικών της διαστάσεων.