Self-observation είναι ουσιαστικό.
[ˌsɛlf ˌɒbzərˈveɪʃən]
Η λέξη "self-observation" αναφέρεται στην πράξη της παρατήρησης της ίδιας της συμπεριφοράς, σκέψεων και συναισθημάτων ενός ατόμου. Χρησιμοποιείται συχνά στην ψυχολογία και τις μεθόδους αυτογνωσίας. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή, κυρίως σε εκπαιδευτικά και ψυχολογικά πλαίσια, περισσότερο στο γραπτό λόγο παρά στον προφορικό.
"Self-observation can lead to greater self-awareness."
"Η αυτοπαρατήρηση μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη αυτογνωσία."
"Through self-observation, he discovered his coping mechanisms."
"Μέσω της αυτοπαρατήρησης, ανακάλυψε τους μηχανισμούς αντιμετώπισης του."
"Many therapists encourage self-observation as a tool for personal growth."
"Πολλοί θεραπευτές ενθαρρύνουν την αυτοπαρατήρηση ως εργαλείο προσωπικής ανάπτυξης."
Η λέξη "self-observation" χρησιμοποιείται λιγότερο σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σχετίζεται με ποικίλες έννοιες που προάγουν τη διαδικασία αναστοχασμού και αυτογνωσίας.
"Practicing self-observation helps people understand their reactions."
"Η πρακτική της αυτοπαρατήρησης βοηθά τους ανθρώπους να κατανοήσουν τις αντιδράσεις τους."
"Self-observation is a key skill in mindfulness practices."
"Η αυτοπαρατήρηση είναι μια βασική δεξιότητα στις πρακτικές ενσυνειδητότητας."
"Engaging in self-observation can enhance emotional intelligence."
"Η συμμετοχή στην αυτοπαρατήρηση μπορεί να ενισχύσει την συναισθηματική νοημοσύνη."
Η λέξη "self-observation" προέρχεται από τον συνδυασμό της λέξης "self", που σημαίνει τον εαυτό, και "observation", που σημαίνει παρατήρηση. Ο συνδυασμός αυτός αναδεικνύει την έννοια της αναλογιστικής παρατήρησης του ατόμου στον εαυτό του.
Συνώνυμα: - Αυτογνωσία - Αυτοπαρακολούθηση - Αυτο αναστοχασμός
Αντώνυμα: - Αυτοαμφισβήτηση - Αμέλεια εαυτού - Αδιαφορία για τις σκέψεις/συναισθήματα
Αυτή η ανάλυση αναδεικνύει τη σημασία της "self-observation" στη διαδικασία της προσωπικής ανάπτυξης και ψυχολογικής κατανόησης.