self-passivation - ουσιαστικό
/ˌsɛlfˌpæsəˈveɪʃən/
Η λέξη self-passivation αναφέρεται σε μια διαδικασία κατά την οποία ένα υλικό ή επιφάνεια αναπτύσσει μια προστατευτική στρώση ή φιλμ στον εαυτό του, εμποδίζοντας έτσι περαιτέρω αντίδραση ή διάβρωση. Αυτή η αυτο-παθητικότητα παρατηρείται συχνά σε μέταλλα όπου δημιουργούνται οξειδωτικές ή άλλες χημικές ενώσεις οι οποίες προσφέρουν προστασία. Στη γλώσσα των αγγλικών, χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά και τεχνικά κείμενα, συγκεκριμένα στον τομέα των υλικών και της χημείας. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά χαμηλή, και είναι πιο συχνά απαντώμενη σε γραπτά κείμενα παρά στον προφορικό λόγο.
The stainless steel underwent self-passivation, resulting in a corrosion-resistant surface.
Η ανοξείδωτη χάλυβας υπήρξε αυτο-παθητικότητα, με αποτέλεσμα μια επιφάνεια ανθεκτική στη διάβρωση.
Researchers are studying the self-passivation processes that occur in various metals.
Οι ερευνητές μελετούν τις διαδικασίες αυτο-παθητικότητας που συμβαίνουν σε διάφορα μέταλλα.
Self-passivation is an important factor in the longevity of certain materials.
Η αυτο-παθητικότητα είναι ένας σημαντικός παράγοντας στη μακροχρόνια διάρκεια ορισμένων υλικών.
Η λέξη self-passivation δεν αποτελεί κοινό όρο σε ιδιωματικές εκφράσεις, καθώς είναι πιο τεχνική και επιστημονική. Ωστόσο, μπορεί να αναφερόμαστε στη διαδικασία αυτή όταν μιλάμε για τη συντήρηση και την ανθεκτικότητα συγκεκριμένων υλικών. Εδώ είναι μερικές σχετικές προτάσεις που αποδεικνύουν τη σημαντικότητα της έννοιας:
The concept of self-passivation in metals is crucial for ensuring their durability.
Η έννοια της αυτο-παθητικότητας στα μέταλλα είναι καθοριστική για την εξασφάλιση της ανθεκτικότητάς τους.
Understanding self-passivation mechanisms can lead to better material development.
Η κατανόηση των μηχανισμών αυτο-παθητικότητας μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερη ανάπτυξη υλικών.
The benefits of self-passivation are emphasized in engineering applications.
Τα οφέλη της αυτο-παθητικότητας επισημαίνονται στις εφαρμογές μηχανικής.
Self-passivation plays a key role in protecting structures from environmental damage.
Η αυτο-παθητικότητα παίζει κεντρικό ρόλο στην προστασία των δομών από περιβαλλοντική ζημιά.
Η λέξη self-passivation προέρχεται από τη σύνθεση της λέξης "self" που σημαίνει "εαυτός" και "passivation", η οποία μπαίνει στον κύκλο του βοήθoυ το "passivate", που προέρχεται από το "passive", υποδεικνύοντας μια κατάσταση όπου δεν υπάρχει αντίδραση ή αντίκτυπος.
Συνώνυμα: - αυτο-προστασία - αυτο-θεραπεία
Αντώνυμα: - ενεργοποίηση - αντίδραση
Αυτή είναι μια γενική επισκόπηση της έννοιας της λέξης self-passivation.