Το "semicomplement" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή του "semicomplement" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /ˌsɛmɪˈkɒmplɪmənt/
Η λέξη "semicomplement" χρησιμοποιείται σε μαθηματικά και λογική, αναφερόμενη σε ένα σύνολο που αποτελεί μέρος της συμπλήρωσης ενός άλλου συνόλου. Σημαίνει ότι είναι μια μορφή συμπλήρωσης, αλλά όχι πλήρης. Χρησιμοποιείται συχνά σε επιστημονές και μαθηματικά κείμενα.
Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι περιορισμένη και συνήθως εντοπίζεται σε γραπτά κείμενα που σχετίζονται με τα μαθηματικά και τη λογική. Είναι λιγότερο κοινό στον προφορικό λόγο.
Η ημιεπίκληση του συνόλου A ορίζεται για τα στοιχεία που δεν είναι στο A αλλά μόνο μερικώς περιλαμβάνονται στο B.
In topology, the concept of semicomplement plays a role in understanding open sets.
Στην τοπολογία, η έννοια της ημιεπίκλησης παίζει ρόλο στην κατανόηση των ανοικτών συνόλων.
Mathematicians often study the semicomplement of a function to analyze its behavior with respect to certain constraints.
Η λέξη "semicomplement" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις στην Αγγλική γλώσσα, ωστόσο σχετίζεται άμεσα με έναν ειδικό τομέα γνώσης, όπως είναι τα μαθηματικά και η λογική.
Η λέξη "semicomplement" αποτελείται από το πρόθεμα "semi-" που προέρχεται από τα Λατινικά, σημαίνοντας "μισό" ή "μερικό", και την λέξη "complement", η οποία προέρχεται από το Λατινικό "complementum" που σημαίνει "συμπλήρωση".
Συνώνυμα: - ημιεπίκληση - μερική συμπλήρωση
Αντώνυμα: - πλήρης συμπλήρωση - πλήρες σύνολο