Είναι ένα φράση που αποτελείται από δύο λέξεις: "senior" (επίθετο) και "lecturer" (ουσιαστικό).
/sɪn.jər ˈlɛk.tʃər/
Ο όρος "senior lecturer" αναφέρεται σε ακαδημαϊκό ή καθηγητή που διδάσκει σε πανεπιστήμιο ή σε ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, και έχει αναγνωριστεί για την εμπειρία και τη γνώση του στο αντικείμενό του. Συνήθως βρίσκεται σε υψηλότερη θέση από έναν "lecturer" (διδάσκοντα) και μπορεί να έχει ευθύνες όσον αφορά τη διδασκαλία, την έρευνα και την καθοδήγηση φοιτητών. Αυτή η φράση χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και σε προφορικό, ειδικά σε ακαδημαϊκά περιβάλλοντα.
Ο ανώτερος διδάκτορας διεξήγαγε ένα σεμινάριο για τη προχωρημένη φυσική.
As a senior lecturer, she was responsible for mentoring junior faculty members.
Ο όρος "senior lecturer" δεν χρησιμοποιείται ακριβώς σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά η αποδοχή και οι ευθύνες ενός ανώτερου διδάκτορα συνδέονται συχνά με χαρακτηριστικά όπως:
Αυτή η έκφραση υποδηλώνει πώς ένας ανώτερος διδάκτορας βασίζεται στο έργο εκλεκτών προγενέστερων.
"In the firing line" (Στην πρώτη γραμμή)
Ένας ανώτερος διδάκτορας συχνά βρίσκεται στην πρώτη γραμμή όταν πρόκειται για αλλαγές στο πρόγραμμα σπουδών.
"Wearing many hats" (Φοράει πολλές ρόλους)
Associate Professor (Συνεργαζόμενος καθηγητής)
Αντώνυμα: