"Service lift" είναι ένα ουσιαστικό.
/ˈsɜːrvɪs lɪft/
Ο όρος "service lift" αναφέρεται σε έναν ανελκυστήρα που είναι σχεδιασμένος για τη μεταφορά φορτίων ή υπηρεσιών και όχι για τη μεταφορά επιβατών. Χρησιμοποιείται συχνά σε κτίρια όπως ξενοδοχεία, νοσοκομεία, εστιατόρια και εμπορικά κέντρα. Οι service lifts είναι συνήθως πιο ανθεκτικοί και ευρύχωροι από τους κανονικούς ανελκυστήρες.
Η συχνότητα χρήσης του όρου είναι μεγαλύτερη στα γραπτά κείμενα, ειδικά σε εγκαταστάσεις ή τεχνικούς κανονισμούς.
The hotel staff used the service lift to transport luggage to the guest rooms.
Το προσωπικό του ξενοδοχείου χρησιμοποίησε τον ανελκυστήρα εξυπηρέτησης για να μεταφέρει αποσκευές στα δωμάτια των επισκεπτών.
The service lift is only accessible for staff and delivery personnel.
Ο ανελκυστήρας εξυπηρέτησης είναι προσβάσιμος μόνο για το προσωπικό και το προσωπικό παράδοσης.
They installed a new service lift to facilitate the movement of goods in the warehouse.
Εγκατέστησαν έναν νέο ανελκυστήρα εξυπηρέτησης για να διευκολύνουν τη μετακίνηση αγαθών στην αποθήκη.
Ο όρος "service lift" δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σχετίζεται με κάποιες εκφράσεις που σχετίζονται με την εξυπηρέτηση και την μεταφορά.
"The service lift did wonders for our operation efficiency."
Ο ανελκυστήρας εξυπηρέτησης έκανε θαύματα για την αποδοτικότητα της επιχείρησής μας.
"Using the service lift saved us a lot of time during the event."
Η χρήση του ανελκυστήρα εξυπηρέτησης μας εξοικονόμησε πολύ χρόνο κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης.
"The staff are trained to use the service lift safely and efficiently."
Το προσωπικό εκπαιδεύεται να χρησιμοποιεί τον ανελκυστήρα εξυπηρέτησης με ασφάλεια και αποδοτικότητα.
Η λέξη "service" προέρχεται από τη λ. "servitium" της Λατινικής, που σημαίνει εξυπηρέτηση, υπηρεσία. Η λέξη "lift" προέρχεται από τη λ. "liftan" της Αρχαίας Αγγλικής, που σημαίνει ανύψωση ή ανύψωσις.
Συνώνυμα: - Cargo lift (φορτίο ανελκυστήρας) - Freight elevator (ανελκυστήρας φορτίου)
Αντώνυμα: - Passenger lift (ανελκυστήρας επιβατών) - Public elevator (δημόσιος ανελκυστήρας)