Η φράση "setting-up call" λειτουργεί ως αγγλικό ουσιαστικό.
/ˈsɛtɪŋ ʌp kɔl/
Ο όρος "setting-up call" αναφέρεται στη διαδικασία οργάνωσης ή ρύθμισης μιας κλήσης (συνήθως τηλεφωνικής ή διαδικτυακής) μεταξύ δύο ή περισσότερων ατόμων. Αυτή η φράση χρησιμοποιείται συχνά σε επαγγελματικά ή επιχειρηματικά περιβάλλοντα. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή σε γραπτά κείμενα, όπως emails ή αναφορές, αλλά και σε προφορικές συζητήσεις πάνω σε επαγγελματικά θέματα.
Πρέπει να είχαμε μια ρύθμιση κλήσης πριν ξεκινήσει το έργο.
Are you available for a setting-up call tomorrow?
Η φράση "setting-up call" χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις σχετικές με την οργάνωση επικοινωνιών:
"Ας προγραμματίσουμε μια ρύθμιση κλήσης για να ευθυγραμμίσουμε τους στόχους μας."
"I’ll send you a calendar invite for the setting-up call."
"Θα σου στείλω μια πρόσκληση ημερολογίου για την ρύθμιση κλήσης."
"A setting-up call can help clear any confusion regarding the project."
Η φράση "setting-up" προέρχεται από το ρήμα "set up", που σημαίνει να οργανώσεις ή να διευθετήσεις κάτι, ενώ η λέξη "call" προέρχεται από το παλαιότερο αγγλικό "cal" που σημαίνει να φωνάξεις ή να καλέσεις.
Συνώνυμα - οργανωτική κλήση - προγραμματισμένη κλήση
Αντώνυμα - ακυρωμένη κλήση - μη ρυθμισμένη κλήση