Φράση / Ουσιαστικό
/ˈʃiːldɪd liːd/
Το "shielded lead" αναφέρεται σε καλωδίωση ή καλώδια που είναι κατασκευασμένα από μόλυβδο και καλύπτονται ή είναι προστατευμένα με κάποιο υλικό για προστασία από ηλεκτρομαγνητικές παρεμβολές ή ραδιενεργές ακτινοβολίες. Χρησιμοποιείται κυρίως στον τομέα της ηλεκτρονικής, της ιατρικής (όπως στη ραδιολογία) και της επικοινωνίας. Αυτή η φράση είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη σε τεχνικά και επιστημονικά κείμενα παρά στον προφορικό λόγο.
The technician installed the shielded lead to prevent any radiation leakage.
Ο τεχνικός εγκατέστησε το προστατευμένο καλώδιο για να αποτρέψει τυχόν διαρροή ακτινοβολίας.
Shielded lead is essential in medical imaging equipment to ensure patient safety.
Ο προστατευμένος μόλυβος είναι απαραίτητος σε ιατρικό εξοπλισμό απεικόνισης για να διασφαλιστεί η ασφάλεια του ασθενούς.
Engineers often use shielded lead in sensitive electronic applications.
Οι μηχανικοί συχνά χρησιμοποιούν προστατευμένο καλώδιο σε ευαίσθητες ηλεκτρονικές εφαρμογές.
Η φράση "shielded lead" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, η έννοια του "shielded" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πιο συνήθεις εκφράσεις, αλλά σε διαφορετικούς τομείς.
Shielding from harm: The new regulations act as a shielding from harm for consumers.
Οι νέοι κανονισμοί λειτουργούν ως προστασία από βλάβες για τους καταναλωτές.
Be shielded from the truth: He felt that he was being shielded from the truth by his friends.
Ένιωθε ότι οι φίλοι του τον προστάτευαν από την αλήθεια.
Shielded from criticism: The CEO was shielded from criticism due to their high position in the company.
Ο διευθύνων σύμβουλος ήταν προστατευμένος από την κριτική λόγω της υψηλής θέσης του στην εταιρεία.
Η λέξη "shielded" προέρχεται από την αγγλική λέξη "shield," που σημαίνει "κάλυμμα" ή "προστασία." Ο όρος "lead," προέρχεται από την παλιά αγγλική λέξη "lead" που σημαίνει "μόλυβδος," από την λατινική λέξη "plumbum."
Συνώνυμα: - Protected lead - Shielding cable
Αντώνυμα: - Unshielded lead (μη προστατευμένο καλώδιο) - Exposed lead (εκτεθειμένος μόλυβδος)