shop-window - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

shop-window (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Φωνητική μεταγραφή

[ˈʃɒpˌwɪndəʊ]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "shop-window" αναφέρεται σε μια παράθυρο ή βιτρίνα καταστήματος που χρησιμοποιείται για την έκθεση προϊόντων και την προσέλκυση πελατών. Είναι συχνά κατασκευασμένη από γυαλί για να είναι ορατή από το εξωτερικό του καταστήματος. Η χρήση της χώρας έχει αυξηθεί, καθώς είναι ένα αποτελεσματικό εργαλείο μάρκετινγκ, ειδικά σε εμπορικές περιοχές.

Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά: Χρησιμοποιείται στο γραπτό και στον προφορικό λόγο, κυρίως σε καταστήματα και εμπορικά πλαίσια. Οι βιτρίνες καταστημάτων είναι σημαντικές για την ορατότητα και την εμπορική στρατηγική των επιχειρήσεων.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. The new clothing collection is beautifully displayed in the shop-window.
  2. Η νέα συλλογή ρούχων είναι όμορφα εκτεθειμένη στη βιτρίνα του καταστήματος.

  3. They decided to change the decoration of the shop-window to attract more customers.

  4. Αποφάσισαν να αλλάξουν τη διακόσμηση της βιτρίνας για να προσελκύσουν περισσότερους πελάτες.

  5. I always enjoy walking past the shop-window and watching the latest trends.

  6. Πάντα μου αρέσει να περπατώ δίπλα στη βιτρίνα του καταστήματος και να παρακολουθώ τις τελευταίες τάσεις.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "shop-window" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να σχετιστεί με κάποιες εκφράσεις που σχετίζονται με τον κόσμο του εμπορίου και της αγοράς:

  1. "To have something in the shop-window" - To showcase a product prominently in a way that attracts attention.
  2. "Να έχεις κάτι στη βιτρίνα" - Να προβάλλεις ένα προϊόν με τρόπο που να προσελκύει προσοχή.

  3. "Shop-window dressing" - Refers to embellishing or decorating a display to make it more appealing to customers.

  4. "Διακόσμηση βιτρίνας" - Αναφέρεται στη διακόσμηση ή την εντυπωσιακή παρουσίαση μιας βιτρίνας για να γίνει πιο ελκυστική στους πελάτες.

  5. "Living in a shop-window" - To live in a way that is very public or visible to others, often criticized as lacking privacy.

  6. "Να ζεις σε βιτρίνα" - Να ζεις με τρόπο που είναι πολύ δημόσιος ή ορατός στους άλλους, συχνά κριτικάρεται ως έλλειψη ιδιωτικότητας.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "shop-window" προέρχεται από την αγγλική γλώσσα, με το "shop" (κατάστημα) να έχει ρίζες στη γερμανική "shop" και στο "window" (παράθυρο) να προέρχεται από την παλαιότερη αγγλική λέξη "windōw", που σημαίνει "άνοιγμα" ή "παράθυρο".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - βιτρίνα - καταστηματαρχείο

Αντώνυμα: - κλειστή είσοδος - παράθυρο χωρίς έκθεση προϊόντων



25-07-2024