shorted - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

shorted (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα (παρελθοντικός χρόνος του "shorten").

Φωνητική μεταγραφή

/ˈʃɔːrtɪd/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "shorted" χρησιμοποιείται στην αγγλική γλώσσα για να δηλώσει την ενέργεια της μείωσης ή της συντόμευσης κάτι. Συχνά αναφέρεται σε μια διαδικασία μείωσης της διάρκειας, της ποσότητας ή της απόστασης ενός αντικειμένου ή ενός γεγονότος.

Η συχνότητα χρήσης της είναι μέτρια. Χρησιμοποιείται κυρίως στο γραπτό πλαίσιο, αν και μπορεί να βρεθεί και στον προφορικό λόγο, ιδιαίτερα σε τεχνικά ή επιστημονικά περιβάλλοντα.

Παραδείγματα προτάσεων

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "shorted" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά εμφανίζεται σε κάποια τεχνικά και επαγγελματικά συμφραζόμενα.

Ετυμολογία

Η λέξη "shorted" προέρχεται από τη ρίζα "short", που σημαίνει "κοντός" ή "συντομότερος". Το "shorten" χρησιμοποιείται και ως ρήμα που σημαίνει «κάνω πιο κοντό».

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - μειωμένος - εκπομπή (από την έννοια της μείωσης)

Αντώνυμα: - επιμηκυμένος - αυξημένος



25-07-2024