Ρήμα (verb) και ουσιαστικό (noun)
/sɪt wɛld/
Η φράση "site weld" αναφέρεται στην διαδικασία συγκόλλησης που πραγματοποιείται σε έναν συγκεκριμένο τόπο εργασίας, όπως σε εργοτάξιο ή βιομηχανική εγκατάσταση, αντί για συγκόλληση σε εργοστάσιο ή εργαστήριο. Συνήθως σχετίζεται με τη διαδικασία κατασκευής και κατασκευαστικών έργων.
Η φράση χρησιμοποιείται συχνά σε τεχνικά, μηχανικά και κατασκευαστικά πλαίσια. Η συχνότητά της είναι υψηλή σε γραπτό και προφορικό λόγο, ιδίως σε ειδικά επαγγελματικά περιβάλλοντα.
The engineers decided to proceed with a site weld for the structural beams.
(Οι μηχανικοί αποφάσισαν να προχωρήσουν με μια συγκόλληση στον τόπο εργασίας για τις δοκούς της κατασκευής.)
Site welds must be inspected thoroughly to ensure safety standards are met.
(Οι συγκολλήσεις στον τόπο εργασίας πρέπει να ελέγχονται προσεκτικά για να διασφαλιστεί ότι πληρούν τα πρότυπα ασφαλείας.)
Η φράση "site weld" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να σχετίζεται με ορισμένες τεχνικές εκφράσεις στον τομέα της κατασκευής.
A solid site weld is crucial for the integrity of the structure.
(Μια καλή συγκόλληση στον τόπο εργασίας είναι κρίσιμη για την ακεραιότητα της κατασκευής.)
Improper site welds can lead to catastrophic failures.
(Ακατάλληλες συγκολλήσεις στον τόπο εργασίας μπορεί να οδηγήσουν σε καταστροφικές αποτυχίες.)
Always follow the safety protocols when performing a site weld.
(Πάντα να ακολουθείτε τα πρωτόκολλα ασφαλείας όταν εκτελείτε συγκόλληση στον τόπο εργασίας.)
Η λέξη "weld" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "waldian", που σημαίνει "να κυριαρχεί" ή "να διοικεί". Ο όρος "site" προέρχεται από τη λατινική λέξη "situs", που σημαίνει "θέση" ή "τόπος".