Stonecat είναι ουσιαστικό.
/ˈstoʊn.kæt/
Το stonecat αναφέρεται κυρίως σε δύο πράγματα:
Ένα είδος ψαριού, γνωστό ως "stonecat" ή "noturus flavus", που ανήκει στην οικογένεια των γαλεοειδών. Είναι συνήθως μικρό και έχει μια χαρακτηριστική κρύα, συνήθως γκρίζα ή καφετί επιδερμίδα.
Στη γλώσσα του ψαρέματος, το stonecat μπορεί επίσης να υποδηλώνει μια μικρή, αλλάρως δραματική, αλιευτική εμπειρία, όταν συναντάται σε πιο βραχώδη και δύσκολα μέρη.
Η λέξη stonecat δεν είναι πολύ συχνή και χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτές αναφορές ή σε συζητήσεις σχετικά με την αλιεία. Οι χρήστες πιθανόν να την βρουν σε επισκέψεις σε αλιευτικά περιοδικά ή νόμους που σχετίζονται με την αλιευτική δραστηριότητα.
While fishing by the creek, we caught a stonecat.
Ενώ ψαρεύαμε δίπλα στο ρέμα, πιάσαμε έναν λίθο γατάκι.
The stonecat is known for its strong, bony structure.
Ο λίθος γατάκι είναι γνωστός για τη δυνατή, οστέινη δομή του.
Η λέξη stonecat δεν είναι συχνά ενσωματωμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο η χρήση της σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα που σχετίζονται με την αλιεία είναι αρκετή για να δημιουργηθούν κάποιες προτάσεις.
You can often find a stonecat hiding among the rocks of the riverbed.
Μπορείτε συχνά να βρείτε έναν λίθο γατάκι να κρύβεται ανάμεσα στους βράχους της κοίτης του ποταμού.
Many anglers prefer to fish for stonecat in the early morning hours.
Πολλοί ψαράδες προτιμούν να ψαρεύουν για λίθο γατάκι τις πρώτες πρωινές ώρες.
Η λέξη stonecat προέρχεται από τις αγγλικές λέξεις "stone" (λίθος) και "cat" (γάτα), υποδηλώνοντας τη σκληρή υφή του ψαριού και την εμφάνισή του.
Συνώνυμα: - Stone catfish (εναλλακτική ονομασία) - Bullhead (γενική αναφορά σε παρόμοια ψάρια)
Αντώνυμα: Δεν υπάρχουν ακριβή αντώνυμα για τη λέξη stonecat, καθώς αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο είδος ψαριού. Ωστόσο, θα μπορούσαν να αναφερθούν άλλα είδη ψαριών που δεν ανήκουν στην ίδια οικογένεια ή προσαρμοσμένα στις ίδιες συνθήκες αλιείας.