stove pipe: ουσιαστικό
/stəʊv paɪp/
Ο όρος "stove pipe" αναφέρεται σε έναν σωλήνα που χρησιμοποιείται για την εκροή καπνού ή καυτών αερίων από μια κουζίνα ή μια σόμπα. Οι σωλήνες αυτοί μπορούν να είναι κατασκευασμένοι από διάφορα υλικά και χρησιμοποιούνται κυρίως σε συστήματα θέρμανσης και μαγειρέματος. Στην αγγλική γλώσσα, η χρήση του όρου "stove pipe" παρατηρείται συχνά σε τεχνικά ή κατασκευαστικά συμφραζόμενα και στις οδηγίες εγκατάστασης συσκευών θέρμανσης.
Συνήθως χρησιμοποιείται πιο συχνά σε γραπτό πλαίσιο σχετικό με την κατασκευή ή την εγκατάσταση σωλήνων και συσκευών θέρμανσης παρά στην καθημερινή ομιλία.
Ο τεχνικός εγκατέστησε έναν νέο σωλήνα φούρνου για να εξασφαλίσει σωστή αερισμό.
It's important to clean the stove pipe regularly to prevent blockages.
Είναι σημαντικό να καθαρίζετε τον σωλήνα φούρνου τακτικά για να αποφεύγετε φραγμούς.
The old stove pipe needed to be replaced due to corrosion.
Ο όρος "stove pipe" δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενος σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορείτε να τον συναντήσετε σε σχετικές τεχνολογικές και κατασκευαστικές φράσεις. Ακολουθούν μερικά παραδείγματα:
Να "τρέχεις έναν σωλήνα φούρνου" σημαίνει να εγκαταστήσεις ή να αντικαταστήσεις το σύστημα αερισμού για μια σόμπα.
"Stove pipe hat" is an idiom referring to a tall, cylindrical hat, resembling a chimney pot.
"Η καπέλο σωλήνα φούρνου" είναι μια ιδιωματική έκφραση που αναφέρεται σε ένα ψηλό, κυλινδρικό καπέλο, που μοιάζει με καμινάδα.
"Through the stove pipe" can indicate discussing matters that are technical or specific to a field.
Η λέξη "stove" προέρχεται από την παλαιά γερμανική λέξη "stufa", που σημαίνει "θέρμανση" ή "κουζίνα", ενώ η "pipe" έχει κοινούς ρίζες με τον όρο "pipen" που σημαίνει "σωλήνας" ή "καμινάδα". Μάλιστα, η σύνθεση των δυο αυτών όρων δημιούργησε την έννοια του σωλήνα που χρησιμοποιείται σε συσκευές θέρμανσης.
Συνώνυμα - flue (καμινάδα) - chimney pipe (σωλήνας καμινάδας)
Αντώνυμα - blockage (φραγμός) - closure (κλείσιμο)
Αυτή είναι μια ολοκληρωμένη ανασκόπηση της φράσης "stove pipe".