Straggler: ουσιαστικό
/ˈstræɡlər/
Η λέξη straggler αναφέρεται σε ένα άτομο ή αντικείμενο που μένει πίσω από έναν κύριο όμιλο ή ομάδα. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει κάποιον που δεν μπορεί να ακολουθήσει το ρυθμό των άλλων, συχνά λόγω κόπωσης ή καθυστέρησης.
Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά τόσο σε προφορική όσο και σε γραπτή μορφή, συνήθως σε καταστάσεις που αφορούν ομάδες (όπως σε αθλητικές ή εκπαιδευτικές ρυθμίσεις) ή ταξίδια. Η συχνότητά της είναι μέτρια.
Ο τελευταίος καθυστερημένος έφτασε τελικά στη γραμμή τερματισμού.
The group waited for the straggler before continuing on the hike.
Η λέξη "straggler" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να συνδεθεί με κάποιες φράσεις που περιγράφουν καταστάσεις όπου κάποιος μένει πίσω. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα:
Μην αφήσετε κανέναν καθυστερημένο πίσω. (Μια έκφραση που υποδηλώνει ότι πρέπει να προσέχουμε όλους σε μια ομάδα.)
Keep pace, or you'll be the straggler.
Κράτα το ρυθμό, αλλιώς θα είσαι ο καθυστερημένος. (Σημαίνει ότι πρέπει να ακολουθήσουμε ή να συμβαδίσουμε με τους άλλους για να μην μείνουμε πίσω.)
In a race, every second matters, and no room for stragglers.
Η λέξη straggler προέρχεται από το ρήμα "straggle," που σημαίνει να περπατάς ή να μετακινείσαι σε μια μεθόριο ή να μένεις πίσω. Το "straggle" έχει τις ρίζες του πιθανώς από τον παλαιό αγγλικό όρο "straggel," που αναφέρεται στην απομάκρυνση από την ομάδα ή το σύνολο.
Συνώνυμα: - Delinquent - Lagged - Tardy
Αντώνυμα: - Leader - Front-runner - Swift
Αυτή η ανάλυση της λέξης "straggler" βοηθά στην κατανόηση τόσο της γραμματικής της χρήσης όσο και της σημασίας της.