stray current: Ουσιαστικό
stray current: /streɪ ˈkʌrənt/
Η φράση "stray current" αναφέρεται σε ρεύματα που δεν ρέουν μέσω του προορισμού τους ή του κυκλώματος που έχουν προγραμματιστεί να χρησιμοποιούν. Συνήθως σχετίζεται με ηλεκτρικές εγκαταστάσεις και μπορεί να προκαλέσει διάφορα προβλήματα, όπως η διάβρωση μετάλλων, αν δεν ελέγχεται.
Χρησιμοποιείται κυρίως σε τεχνικούς ή επιστημονικούς κλάδους και οι συχνότητες χρήσης της είναι υψηλές στο γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε ηλεκτρολογικά ή ηλεκτρονικά κείμενα.
Το περιπλανώμενο ρεύμα προκάλεσε διάβρωση στους σωλήνες.
Engineers need to monitor stray currents to protect equipment.
Στη σημερινή αγγλική γλώσσα, η φράση "stray current" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να βρείτε τη φράση ενσωματωμένη σε προτάσεις που αναφέρονται σε ηλεκτρολογικές καταστάσεις ή ζητήματα.
Τα περιπλανώμενα ρεύματα μπορούν να οδηγήσουν σε απροσδόκητες βFailures σε ηλεκτρικά συστήματα.
It's crucial to identify stray currents to prevent equipment damage.
Είναι κρίσιμο να εντοπιστούν τα περιπλανώμενα ρεύματα για να προληφθεί η ζημιά στον εξοπλισμό.
The team found stray currents while investigating the facility's wiring.
Η λέξη "stray" προέρχεται από την παλαιοαγγλική λέξη "strēāgan" που σημαίνει "να αποκλίνει", και η λέξη "current" προέρχεται από το λατινικό "currens" που σημαίνει "ρέων". Η συνδυασμένη χρήση "stray current" χρονολογείται από τις αρχές του 20ού αιώνα, κυρίως στον τομέα της ηλεκτρολογίας.
Συνώνυμα: - Leakage current (ρεύμα διαρροής) - Unintended current (μη προγραμματισμένο ρεύμα)
Αντώνυμα: - Directed current (κατευθυνόμενο ρεύμα) - Intended current (προγραμματισμένο ρεύμα)