striated - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

striated (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "striated" είναι επίθετο (adjective).

Φωνητική μεταγραφή

/ˈstraɪ.eɪ.tɪd/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "striated" αναφέρεται σε κάτι που έχει γραμμές ή ραβδώσεις, είτε φυσικές είτε τεχνητές. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει επιφάνειες ή υλικά που εμφανίζουν αυτή τη χαρακτηριστική διάταξη. Στη γλώσσα των αγγλικών, μπορεί να περιγράφει φυσικά χαρακτηριστικά όπως ορεινά τοπία ή ακόμα και βιολογικά χαρακτηριστικά, όπως οι γραμμές στους μύες. Η χρήση της είναι σχετικά πιο συχνή σε γραπτό λόγο, ειδικά σε επιστημονικά ή τεχνικά κείμενα.

Παραδείγματα χρήσης

  1. The striated patterns on the rock were formed by years of erosion.
  2. Οι ρυστωμένες γραμμές στο βράχο σχηματίστηκαν από χρόνια διάβρωσης.

  3. The striated muscles are known for their strength and endurance.

  4. Οι γραμμωτοί μύες είναι γνωστοί για τη δύναμη και την αντοχή τους.

  5. The artist chose to paint a striated landscape, emphasizing the movement of nature.

  6. Ο καλλιτέχνης επέλεξε να ζωγραφίσει ένα γραμμωτό τοπίο, τονίζοντας την κίνηση της φύσης.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "striated" μπορεί να μην είναι συνηθισμένη σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις όπου σχετίζεται με την εμφάνιση ή την ποιότητα.

  1. "He was striated with worry after hearing the news."
  2. Ήταν ρυστωμένος από ανησυχία μετά την είδηση.

  3. "The striated approach to her studies made her a top student."

  4. Η γραμμωτή προσέγγιση στις σπουδές της την έκανε κορυφαία φοιτήτρια.

  5. "The striated sky at sunset indicated a change in the weather."

  6. Ο γραμμωτός ουρανός κατά τη δύση του ήλιου υποδείκνυε μια αλλαγή στον καιρό.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη προέρχεται από το λατινικό "striatus", που σημαίνει "γραμμένος" ή "ραβδωτός", και σχετίζεται με τη ρίζα "striare", που σημαίνει "να κάνω γραμμές ή ραβδώσεις".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - striped - lined - banded

Αντώνυμα: - smooth - unmarked - plain



25-07-2024