Το "striped weasel" είναι ουσιαστικό.
/ˈstraɪpt ˈwizəl/
Η "striped weasel" αναφέρεται σε ένα μικρό, θηλαστικό ζώο του είδους των νυφίτσων, που φημίζεται για τη ριγωτή του όψη. Χρησιμοποιείται κυρίως στη βιολογία και την οικολογία, καθώς και σε περιβαλλοντολογικές μελέτες. Η συχνότητα χρήσης της έκφρασης είναι υψηλότερη σε γραπτό πλαίσιο, όπως άρθρα και βιβλία που αφορούν τη φυσική ιστορία και την πανίδα.
Η ριγέ νυφίτσα είναι γνωστή για το χαρακτηριστικό σχέδιο της γούνας της.
Conservation efforts are crucial for the survival of the striped weasel.
Οι προσπάθειες προστασίας είναι κρίσιμες για την επιβίωση της ριγέ νυφίτσας.
I saw a striped weasel while hiking near the forest.
Η φράση "striped weasel" δεν έχει ευρέως αναγνωρίσιμες ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα, αλλά μπορούμε να εστιάσουμε στη χρήση της σε διαφορετικά πλαίσια:
Στη φύση, η ριγέ νυφίτσα μπορεί συχνά να βρει καταφύγιο σε τρύπες.
The striped weasel is a natural predator for many small rodents.
Η ριγέ νυφίτσα είναι φυσικός θηρευτής πολλών μικρών τρωκτικών.
Seeing a striped weasel in its natural habitat is a rare experience.
Ο όρος "striped" προέρχεται από την αγγλική λέξη "stripe", που σημαίνει ρίγα ή λωρίδα, συνδυασμένος με τη λέξη "weasel", που αναφέρεται σε διάφορα μικρά σαρκοφάγα θηλαστικά της οικογένειας Mustelidae.
Συνώνυμα: - Rigid weasel - Striped marten
Αντώνυμα: - αδιάκριτος (undifferentiated) - άσπρη νυφίτσα (white weasel)
Αυτό το κείμενο παρέχει μια ολοκληρωμένη ανάλυση του όρου "striped weasel" με όλες τις ζητούμενες πληροφορίες.