Το "strong stick" είναι φράση που περιλαμβάνει δύο λέξεις:
- strong: επίθετο
- stick: ουσιαστικό
Φωνητική μεταγραφή
/strɔːŋ stɪk/
Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό
strong: δυνατός
stick: ραβδί, ξυλάκι
strong stick: δυνατό ραβδί ή ανθεκτικό ξυλάκι
Σημασία της λέξης και χρήση
Η φράση "strong stick" ενδέχεται να αναφέρεται σε ένα ραβδί ή ξυλάκι που είναι αρκετά ανθεκτικό ή δυνατό, χρήσιμο σε διάφορες καταστάσεις, όπως η υποστήριξη ή η κατασκευή.
Η φράση δεν είναι ιδιαίτερα κοινή, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα που αφορούν τη φύση, τον αθλητισμό ή την κατασκευή. Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο παρά στον προφορικό λόγο.
Παραδείγματα προτάσεων
He used a strong stick to help him walk on the rocky terrain.
Χρησιμοποίησε ένα δυνατό ραβδί για να τον βοηθήσει να περπατήσει σε δύσβατο έδαφος.
The strong stick was perfect for building a sturdy shelter.
Το δυνατό ραβδί ήταν τέλειο για να φτιάξει μια σταθερή κατασκευή.
Ιδιωματικές εκφράσεις
Η φράση "strong stick" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, οι λέξεις "strong" και "stick" μπορούν να απαντήσουν σε διάφορες εκφράσεις.
"Stick to it"
Meaning: Μείνε πιστός σε κάτι ή συνέχισε να προσπαθείς.
Example:If you want to achieve your goals, stick to it!
Αν θέλεις να επιτύχεις τους στόχους σου, μείνε πιστός σε αυτό!
"Strong as a stick"
Meaning: Πολύ δυνατός ή ανθεκτικός.
Example:He is strong as a stick, able to lift heavy weights!
Είναι δυνατός σαν ραβδί, ικανός να σηκώνει βαριά βάρη!
Ετυμολογία
Strong: Από την παλαιά αγγλική λέξη "strang", με ρίζες στη γερμανική γλώσσα.
Stick: Από την παλαιά αγγλική λέξη "sticca" που σημαίνει "ραβδί" ή "ξυλάκι".
Συνώνυμα και Αντώνυμα
Συνώνυμα για strong: powerful, sturdy, robust
Αντώνυμα για strong: weak, fragile, frail
Συνώνυμα για stick: rod, shaft, pole
Αντώνυμα για stick: none (since it's a specific object, antonyms may not apply directly)