Stub tenon: ουσιαστικό
/ stʌb ˈtɛnən /
Stub tenon αναφέρεται σε ένα τεχνικό εξάρτημα σε ξυλουργικές εργασίες. Ο όρος "stub" αναφέρεται σε μία κοντή, υπολειμμάτική μορφή, ενώ ο "tenon" είναι η εσοχή ή το κούμπωμα που χρησιμοποιείται για την σύνδεση δύο ξύλων. Όταν δημιουργείται ένα "stub tenon", αυτό συνήθως σημαίνει ότι το εξάρτημα είναι πιο κοντό από τον τυπικό πόρο, επιτρέποντας εναλλακτικές συνδέσεις και θέσεις.
Αυτή η φράση χρησιμοποιείται κυρίως στο πλαίσιο του DIY (Do It Yourself), ξυλουργικής και κατασκευών, και είναι λιγότερο συχνή στον καθημερινό λόγο.
Χρησιμοποίησε έναν κομμάτι υπολειμματικό πόρο για να συνδέσει σταθερά τα δύο ξύλα.
The cabinet maker preferred the stub tenon method for its strength.
Ο όρος "stub tenon" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, καθώς είναι εξειδικευμένος όρος. Στον τομέα της ξυλουργικής, μπορεί να αναγνωριστεί σε κάποιες εξειδικευμένες προτάσεις:
Η χρήση ενός κομματιού υπολειμματικού πόρου μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα σε περιορισμένους χώρους.
For intricate designs, a stub tenon allows for more flexibility.
Για περίπλοκα σχέδια, ένας κομμάτι υπολειμματικός πόρος επιτρέπει μεγαλύτερη ευελιξία.
When crafting furniture, incorporating stub tenons can enhance the overall design.
Ο όρος "stub" προέρχεται από το παλαιό Αγγλικό "stubbe", που σημαίνει ένα υπολειμματικό κομμάτι. Ο όρος "tenon" προέρχεται από το γαλλικό "tenon", που σημαίνει πόρος ή σύνδεσμος.
end tenon (τελικός πόρος)
Αντώνυμα:
Το "stub tenon" είναι ένα σημαντικό εργαλείο στη ξυλουργική και οι κατασκευαστές το χρησιμοποιούν για να ενισχύσουν τη δομή και την αντοχή των έργων τους.