stud welding gun - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

stud welding gun (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ο όρος "stud welding gun" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/ stʌd ˈwɛldɪŋ ɡʌn /

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Το "stud welding gun" αναφέρεται σε μια ειδική συσκευή που χρησιμοποιείται για τη συγκόλληση μπουλονιών ή εξαρτημάτων σε μεταλλικά αντικείμενα. Θέτει σε εφαρμογή τη διαδικασία συγκόλλησης μέσω ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας, συγκολλώντας ένα μπουλόνι στην επιφάνεια του μετάλλου. Η χρήση του είναι κυρίως βιομηχανική, και έχει ευρεία εφαρμογή σε τομείς όπως η κατασκευή, η αυτοκινητοβιομηχανία και η ναυπηγική.

Χρησιμότητα στη γλώσσα Αγγλικά

Η χρήση του "stud welding gun" είναι πιο συχνή σε τεχνικά κείμενα και βιομηχανικούς ορισμούς, δηλαδή στο γραπτό πλαίσιο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The technician used a stud welding gun to attach the metal components.
  2. Ο τεχνικός χρησιμοποίησε ένα όπλο συγκόλλησης με μπουλόνια για να συνδέσει τα μεταλλικά εξαρτήματα.

  3. Proper safety measures should be taken when operating a stud welding gun.

  4. Πρέπει να ληφθούν κατάλληλα μέτρα ασφαλείας κατά τη λειτουργία ενός όπλου συγκόλλησης με μπουλόνια.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Ο όρος "stud welding" μπορεί να χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με τη βιομηχανία:

  1. "He knows how to handle a stud welding gun like a pro."
  2. Ξέρει να χειρίζεται ένα όπλο συγκόλλησης με μπουλόνια σαν επαγγελματίας.

  3. "Using a stud welding gun requires precision and skill."

  4. Η χρήση ενός όπλου συγκόλλησης με μπουλόνια απαιτεί ακρίβεια και δεξιότητα.

  5. "In heavy manufacturing, the stud welding gun is an essential tool."

  6. Στη βαριά βιομηχανία, το όπλο συγκόλλησης με μπουλόνια είναι ένα βασικό εργαλείο.

  7. "He finally mastered the technique of using a stud welding gun."

  8. Τελικά, απέκτησε δεξιοτεχνία στη χρήση ενός όπλου συγκόλλησης με μπουλόνια.

Ετυμολογία

Ο όρος "stud" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "studde", που σημαίνει μπουλόνι ή καρφί. Ο όρος "welding" προέρχεται από το ρήμα "weld", το οποίο προέρχεται από την αγγλοσάξωνικη λέξη "wealdan", που σημαίνει να δουλεύεις ή να ενώνεις. Ο όρος "gun" προέρχεται από τον αρχαίο γαλλικό όρο "gonne", που σημαίνει ένα όπλο ή σκανδάλη.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Welding machine - Arc welder

Αντώνυμα: - Desoldering gun (όπλο αποσυρσίματος) - Mechanical fastener (μηχανικός συνδετήρας)



25-07-2024