Όρος (ιατρικός)
/ˌsʌbˌdaɪəˈfræɡmætɪk ˈveɪˌɡɒməti/
Η υποδιαφραγματική βαγοτομία είναι μια χειρουργική διαδικασία που περιλαμβάνει τον τομέα του παρασυμπαθητικού νευρικού συστήματος, στο οποίο εκτελείται η κοπή (αγωγή) των βαγοτόμων νεύρων που βρίσκονται κάτω από το διάφραγμα. Αυτή η χειρουργική παρέμβαση χρησιμοποιείται κυρίως για τη θεραπεία γαστρικών διαταραχών, όπως έλκη στομάχου, διευκολύνοντας τη μείωση της παραγωγής οξέος στο στομάχι.
Συχνότητα χρήσης: Η λέξη αυτή χρησιμοποιείται κυρίως στο ιατρικό πεδίο και δεν είναι ευρέως γνωστή στο γενικό κοινό.
Προφορικός/Γραπτός λόγος: Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο, π.χ. σε ιατρικές αναφορές, άρθρα ή βιβλία.
Σε περιπτώσεις σοβαρών πεπτικών ελκών, η υποδιαφραγματική βαγοτομία μπορεί να ληφθεί υπόψη.
Subdiaphragmatic vagotomy is often performed to reduce gastric acid secretion.
Η υποδιαφραγματική βαγοτομία εκτελείται συχνά για να μειώσει την παραγωγή γαστρικού οξέος.
Patients undergoing subdiaphragmatic vagotomy should be monitored for potential complications.
Ενώ η υποδιαφραγματική βαγοτομία δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις, η έννοια της βαγοτομίας μπορεί να συνδυαστεί με γενικούς ιατρικούς όρους.
"Η βαγοτομία είναι μερικές φορές η έσχατη λύση για τα ανθεκτικά έλκη."
"Surgeons may discuss the pros and cons of subdiaphragmatic vagotomy before the procedure."
Η λέξη "subdiaphragmatic" προέρχεται από το πρόθεμα "sub-", που σημαίνει "κάτω από", και "diaphragm", που αναφέρεται στο διάφραγμα, ενώ "vagotomy" προέρχεται από τη λέξη "vagus", που σημαίνει "περιφερόμενος" (ο όρος αναφέρεται στο νεύρο του βαγόνου) και το "-tomy", που σημαίνει "κοπή".
Συνώνυμα: - Βαγοτομία - Επεμβατική βαγοτομία
Αντώνυμα: - Βαθύ ενδοσκοπικό διάγνωση (προβλέποντας την ανάλυση χωρίς χειρουργική παρέμβαση)