Submetric - ουσιαστικό
/sʌbˈmɛtrɪk/
Η λέξη "submetric" αναφέρεται σε μια υποκατηγορία ή εξειδικευμένη μέτρηση σε μια δεδομένη μετρική. Συνήθως χρησιμοποιείται σε τομείς όπως η στατιστική, η επιστήμη των δεδομένων και οι οικονομικές αναλύσεις, για να καταδείξει μέτρα που είναι παράγωγα ή διευκρινιστικά μιας πιο ευρείας μετρικής.
Η λέξη "submetric" χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτές μορφές, όπως ακαδημαϊκά άρθρα και αναφορές. Αν και η χρήση της δεν είναι ευρέως διαδεδομένη στην καθημερινή ομιλία, είναι συχνή σε συγκεκριμένα επαγγελματικά και ακαδημαϊκά περιβάλλοντα.
Η υπομετρική για την ικανοποίηση των πελατών υπέδειξε μια μείωση τους τελευταίους μήνες.
We need to analyze the submetric to understand the underlying issues better.
Πρέπει να αναλύσουμε την υπομετρική για να κατανοήσουμε καλύτερα τα υποκείμενα προβλήματα.
In our report, the submetric will illustrate trends that are not visible in the main metric.
Η "submetric" δεν είναι κοινά χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να συνδυάζεται με άλλες λέξεις σε επαγγελματικά ή τεχνικά συμφραζόμενα.
"Η ανάλυση υπομετρικών ρίχνει φως σε συγκεκριμένους τομείς βελτίωσης."
"By focusing on the submetric, we can pinpoint exactly where issues arise."
"Εστιάζοντας στην υπομετρική, μπορούμε να προσδιορίσουμε ακριβώς πού προκύπτουν τα προβλήματα."
"Understanding the submetric helps in strategic decision-making."
Η λέξη "submetric" προέρχεται από την πρόθεσή "sub-", που σημαίνει "κάτω" ή "υπό", και "metric", που σχετίζεται με μέτρηση. Συνδυάζει αυτές τις δύο έννοιες για να υποδείξει μια "υποκατηγορία μέτρησης".
Συνώνυμα: - Submeasure - Derivative metric
Αντώνυμα: - Main metric - Primary measurement
Αυτές οι πληροφορίες βοηθούν στην κατανόηση της χρήσης και των πλαισίων στο οποίο εμφανίζεται η λέξη "submetric" στην Αγγλική γλώσσα.