sundae - ουσιαστικό
/sʌn.deɪ/
Το "sundae" αναφέρεται σε ένα γλυκό πιάτο, συνήθως φτιαγμένο από παγωτό που σερβίρεται με σιρόπι, κομμάτια φρούτων, βάφλες, χτυπημένη κρέμα και άλλα γαρνιρίσματα. Η λέξη χρησιμοποιείται ευρέως στον προφορικό και γραπτό λόγο, ιδιαίτερα σε περιβάλλοντα που σχετίζονται με φαγητό και εστιατόρια, και είναι αρκετά δημοφιλής στους καταναλωτές γλυκών.
"Θα ήθελα να παραγγείλω ένα σοκολατένιο sundae για επιδόρπιο."
"After dinner, we went out for a sundae at the local ice cream shop."
"Μετά το δείπνο, βγήκαμε για ένα sundae στο τοπικό παγωτατζίδικο."
"The kids enjoyed making their own sundaes with toppings."
Αν και η λέξη "sundae" δεν είναι ευρέως τμήμα ιδιωματικών εκφράσεων, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε μη επίσημα λόγια για να στειλει το μήνυμα της ευχαρίστησης ή των γλυκών γεύσεων. Εδώ είναι μερικές φράσεις που το περιλαμβάνουν:
"Η ζωή είναι σαν ένα sundae; είναι θέμα να προσθέσεις τις γαρνιρίσεις."
"He was on cloud nine after finishing his sundae."
"Ήταν στα σύννεφα αφού ολοκλήρωσε το sundae του."
"She felt like a kid again when she had her favorite sundae."
"Ένιωσε πάλι σαν παιδί όταν είχε το αγαπημένο της sundae."
"Make your own sundae is a fun treat at parties."
Η προέλευση της λέξης "sundae" δεν είναι απολύτως σαφής, αλλά γενικά πιστεύεται ότι προήλθε από τις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τον 19ο αιώνα. Υπάρχουν διάφορες θεωρίες σχετικά με την προέλευση της ονομασίας, συμπεριλαμβανομένων των αναφορών που συνδέουν τον όρο με την ημέρα της Κυριακής ("Sunday") λόγω της συνήθειας να σερβίρονται γλυκά την Κυριακή.
Συνώνυμα: - παγωτό - γλυκό
Αντώνυμα: - αλμυρό φαγητό - αλμυρό σνακ
Αυτός ο συνδυασμός πληροφοριών σχετικά με το "sundae" θα σας κατευθύνει στην κατανόηση της σημασίας και της χρήσης της λέξης στη σύγχρονη αγγλική γλώσσα.