Ο όρος "superconductor rectifier" αναφέρεται σε ένα σύνθετο όρο που συνδυάζει δύο λέξεις: "superconductor" (υπεραγωγός) και "rectifier" (δοσιμετατροπέας). Και οι δύο λέξεις είναι ουσιαστικά.
/suːpəˈkɒndʌktər ˈrɛktɪfaɪər/
Ένας υπεραγωγός είναι ένα υλικό που μπορεί να μεταφέρει ηλεκτρικό ρεύμα χωρίς αντίσταση όταν κρυώσει κάτω από μια συγκεκριμένη θερμοκρασία. Ένας δοσιμετατροπέας είναι μια συσκευή που μετατρέπει εναλλασσόμενο ρεύμα (AC) σε συνεχές ρεύμα (DC).
Ο όρος "superconductor rectifier" αναφέρεται σε δοσιμετατροπείς που χρησιμοποιούν υπεραγωγικά υλικά για να επιτύχουν αυτή τη μετατροπή με εξαιρετικά αποδοτικό τρόπο. Η χρήση αυτών των υλικών μπορεί να βελτιώσει την απόδοση και να μειώσει τη θερμότητα που δημιουργείται κατά τη διαδικασία.
Η συχνότητα χρήσης αυτού του όρου είναι σχετικά εξειδικευμένη, περισσότερο συναντάται σε γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε επιστημονικές και τεχνολογικές δημοσιεύσεις.
The new superconductor rectifier showed much higher efficiency in the laboratory tests.
Ο νέος υπεραγωγός δοσιμετατροπέας παρουσίασε πολύ υψηλότερη αποδοτικότητα στα εργαστηριακά τεστ.
Researchers are exploring superconductor rectifiers for future energy systems.
Ερευνητές εξετάζουν τους υπεραγωγούς δοσιμετατροπείς για μελλοντικά ενεργειακά συστήματα.
This superconductor rectifier could revolutionize power electronics.
Αυτός ο υπεραγωγός δοσιμετατροπέας θα μπορούσε να επαναστατήσει την ηλεκτρονική ενέργειας.
Ο συγκεκριμένος όρος δεν έχει καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πιο τεχνικά πλαίσια σε συμβολές που αφορούν τις ηλεκτρονικές συσκευές ή την τεχνολογία ενέργειας.
Rectifier: Converter (μετατροπέας).
Αντώνυμα:
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια συνολική εικόνα του όρου "superconductor rectifier", της σημασίας και της χρήσης του στη σύγχρονη τεχνολογία.