Supporting layer: Ουσιαστικό
Supporting layer: /səˈpɔːrtɪŋ ˈleɪər/
Η φράση "supporting layer" αναφέρεται σε μία στρώση ή επίπεδο που έχει σκοπό να υποστηρίξει ή να ενισχύσει άλλη δομή ή υλικό. Αυτή η έννοια χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορους τομείς, όπως η αρχιτεκτονική, η μηχανική, η γεωλογία και η πληροφορική. Χρήση της μπορεί να παρατηρηθεί σε γραπτό και προφορικό λόγο με σχετική συχνότητα.
Η υποστηρικτική στρώση του κτηρίου σχεδιάστηκε να αντέχει σε βαριά φορτία.
In geology, a supporting layer is crucial for the stability of the structure.
Η φράση "supporting layer" δεν είναι μια κοινά χρησιμοποιούμενη ιδιωματική έκφραση στον προφορικό ή γραπτό λόγο, ωστόσο χρησιμοποιείται μερικές φορές σε περιοχές του επιστημονικού και τεχνικού λόγου.
Το θεμέλιο λειτουργεί ως μια υποστηρικτική στρώση για ολόκληρη την υποδομή.
Engineers must consider the supporting layer in their calculations.
Οι μηχανικοί πρέπει να λάβουν υπόψη την υποστηρικτική στρώση στους υπολογισμούς τους.
In the context of software development, the database serves as a supporting layer for the application.
Η σύνθετη φράση "supporting layer" προέρχεται από την αγγλική γλώσσα, όπου το "supporting" πρόκειται από το ρήμα "support" (υποστηρίζω) και το "layer" (στρώση) προέρχεται από τη λατινική λέξη "stratum", που σημαίνει στρώσιμο ή επίπεδο.
Συνώνυμα: - Supporting stratum - Base layer
Αντώνυμα: - Undermining layer - Detrimental layer