Ο "surveyor of ships" λειτουργεί κατά κύριο λόγο ως ουσιαστικό (noun).
/səˈvɜːr.jər əv ʃɪps/
Ο όρος "surveyor of ships" αναφέρεται στον επαγγελματία που είναι υπεύθυνος για την επιθεώρηση και την αξιολόγηση πλοίων. Αυτή η διαδικασία μπορεί να περιλαμβάνει την εκτίμηση της δομής, των συστημάτων, και της συμμόρφωσης με τους κανονισμούς ασφαλείας. Οι surveyors of ships μπορούν να εργάζονται σε ναυπηγεία ή να είναι ανεξάρτητοι επαγγελματίες που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε ναυτικών εταιρειών ή ιδιώτες.
Η χρήση της φράσης "surveyor of ships" είναι κυρίως γραπτή, καθώς συναντάται σε κείμενα σχετικά με ναυτιλία και τεχνικές αναφορές.
Ο επιθεωρητής πλοίων πραγματοποίησε μια λεπτομερή επιθεώρηση πριν από την εκτόξευση του σκάφους.
Every surveyor of ships must be certified to ensure safety standards are met.
Κάθε επιθεωρητής πλοίων πρέπει να είναι πιστοποιημένος για να διασφαλίσει ότι πληρούνται τα πρότυπα ασφαλείας.
A skilled surveyor of ships can identify issues that would be costly if left unresolved.
"Ως επιθεωρητής πλοίων, πάντα προσέχω τις λεπτομέρειες."
"Being a surveyor of ships requires both technical knowledge and practical skills."
"Η εργασία ως επιθεωρητής πλοίων απαιτεί τόσο τεχνικές γνώσεις όσο και πρακτικές δεξιότητες."
"The role of a surveyor of ships is vital for maritime safety."
"Ο ρόλος του επιθεωρητή πλοίων είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια της ναυτιλίας."
"A licensed surveyor of ships can greatly influence the lifespan of a vessel."
"Ένας αδειοδοτημένος επιθεωρητής πλοίων μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την διάρκεια ζωής ενός σκάφους."
"It's essential for a surveyor of ships to stay updated on the latest regulations."
Η λέξη "surveyor" προέρχεται από τη μέση αγγλική "surveior", η οποία προέρχεται από τη γαλλική "surveiller" που σημαίνει "παρακολουθώ". Η λέξη "ship" προέρχεται από την παλαιά αγγλική "scip", που σημαίνει "πλοίο".
Συνώνυμα: - maritime inspector - naval surveyor
Αντώνυμα: - amateur (στο πλαίσιο της εξειδικευμένης επιθεώρησης) - novice (στο πλαίσιο των γνώσεων και της εμπειρίας)