Susception είναι ουσιαστικό.
/ˌsʌsˈɛpʃən/
Η λέξη "susception" αναφέρεται στη διαδικασία ή στην πράξη της αποδοχής ή της υποδοχής μιας ιδέας, ενός συναισθήματος ή μιας πληροφορίας. Χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά και φιλοσοφικά κείμενα για να περιγράψει πώς μια οντότητα ή ένα άτομο μπορεί να «υποδέχεται» ή να «δέχεται» κάτι.
Χρησιμότητα: Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτά, ιδιαίτερα σε ακαδημαϊκά ή επιστημονικά συμφραζόμενα. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά χαμηλή στην καθημερινή ομιλία.
Η υποδοχή νέων ιδεών μπορεί να ενισχύσει σημαντικά την κατανόησή μας.
The susception of criticism is an important part of personal growth.
Η λέξη "susception" δεν είναι συχνά μέλος καθιερωμένων ιδιωματικών εκφράσεων. Εντούτοις, μπορεί να σχετιστεί με κάποιες έννοιες που περιλαμβάνουν την αποδοχή ή την υποδοχή πληροφοριών ή διδαγμάτων.
Η ποιότητα υποδοχής ποικίλει ανάμεσα στα άτομα.
In teaching, the level of susception is crucial for effective learning.
Στη διδασκαλία, το επίπεδο υποδοχής είναι κρίσιμο για την αποτελεσματική μάθηση.
An open mind facilitates better susception of new concepts.
Η λέξη "susception" προέρχεται από το Λατινικό "susceptio", που σημαίνει «λήψη» ή «υποδοχή» και είναι συνδυασμός του "sus-" που υποδηλώνει «κάτω», και "capere" που σημαίνει «λάβω, κρατώ».
Συνώνυμα: - Αποδοχή - Υποδοχή - Εισδοχή
Αντώνυμα: - Απόρριψη - Αρνητικότητα - Εξαίρεση