Το "swallow tail" λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/ˈswɒləʊ teɪl/
Ο όρος "swallow tail" αναφέρεται σε διάφορα πράγματα. Στη ζωολογία, αναφέρεται στην χαρακτηριστική ουρά ορισμένων ειδών πουλιών, όπως είναι τα χελιδόνια. Στη μόδα, αναφέρεται στο σχήμα των σακακιών ή παντελονιών που έχουν ανοίγματα και θυμίζουν ουρά. Ο όρος επίσης χρησιμοποιείται στην κατασκευή παραδοσιακών σκαφών όπου η πίσω άκρη του σκάφους είναι σκηνοθετημένη με τέτοιο τρόπο ώστε να μοιάζει με την ουρά ενός χελιδονιού.
Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτά κείμενα, όπως βιβλία για τη φύση και τη μόδα, και λιγότερο στον προφορικό λόγο.
The swallow tail of the bird was beautifully colored, making it stand out in the sky.
(Η ουρά του χελιδονιού ήταν όμορφα χρωματισμένη, κάνοντάς την να ξεχωρίζει στον ουρανό.)
He wore a swallow tail coat to the formal event, adding an air of elegance.
(Φ wore ένα σακάκι με ουρά στο επίσημο γεγονός, προσθέτοντας μια αίσθηση κομψότητας.)
Ο όρος "swallow tail" δεν είναι πολύ κοινός σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να σχετίζεται με διάφορες περιγραφές.
"He is as swift as a swallow tail when he performs on stage."
(Είναι τόσο γρήγορος όσο η ουρά του χελιδονιού όταν εμφανίζεται στη σκηνή.)
"Her dress had a swallow tail design that flowed elegantly as she walked."
(Το φόρεμά της είχε σχέδιο με ουρά που ρέει κομψά καθώς περπατούσε.)
"The ship’s swallow tail design allows for faster movement through the water."
(Ο σχεδιασμός της ουράς του σκάφους επιτρέπει ταχύτερη κίνηση μέσα στο νερό.)
Η φράση "swallow tail" προέρχεται από την εμφάνιση της ουράς των χελιδονιών, η οποία σχηματίζει δύο διακριτά "κέρατα" ή βολβούς. Ο όρος "tail" είναι παλαιό αγγλικό "taegl" που σημαίνει ουρά.
Συνώνυμα: - Tail - End - Extremity
Αντώνυμα: - Head - Front - Beginning