sweet milk: Ο όρος "sweet milk" λειτουργεί ως ουσιαστικό.
[swit mɪlk]
Ο όρος "sweet milk" αναφέρεται συνήθως στο γάλα που είναι φυσικά γλυκό ή έχει υποστεί επεξεργασία με την προσθήκη ζάχαρης. Στη διατροφή, το "sweet milk" μπορεί να αναφέρεται σε γάλα που χρησιμοποιείται για την παρασκευή γλυκών ή σε συνταγές που απαιτούν γάλα.
Το "sweet milk" χρησιμοποιείται συχνά στις αγγλικές γλώσσες και μπορεί να παρατηρηθεί τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να είναι πιο δημοφιλές σε συγκεκριμένα πλαίσια όπως η μαγειρική.
Το γλυκό γάλα χρησιμοποιείται συχνά σε γλυκίσματα.
You can add sweet milk to your coffee for a richer flavor.
Μπορείς να προσθέσεις γλυκό γάλα στον καφέ σου για πλουσιότερη γεύση.
In some recipes, sweet milk is a key ingredient.
Ο όρος "sweet milk" δεν είναι πολύ συχνά χρησιμοποιούμενος σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να παρατηρηθεί σε αναφορές σχετικά με τη μαγειρική, συμπεριλαμβανομένων παρακάτω παραδειγμάτων:
Πρόσθεσαν γλυκό γάλα στη γέμιση της πίτας.
I always keep sweet milk in my fridge for baking.
Πάντα κρατώ γλυκό γάλα στο ψυγείο μου για το ψήσιμο.
Using sweet milk can enhance the flavor of the sauce.
Η έκφραση "sweet milk" συνδυάζει την αγγλική λέξη "sweet" (γλυκός) και "milk" (γάλα). Η λέξη "milk" προέρχεται από την παλαιά Αγγλική "meolc", η οποία έχει ρίζες στη Γερμανική.
Συνώνυμα: - gaily milk - flavored milk
Αντώνυμα: - sour milk (ξινό γάλα) - bitter milk (πικρό γάλα)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της έκφρασης "sweet milk" στη γλώσσα Αγγλικά και ταυτόχρονα αναδεικνύουν τις χρήσεις της.