Το "talk-in" λειτουργεί ως φράση που ανήκει στην κατηγορία των ρημάτων.
/tɔːk ɪn/
Η φράση "talk-in" χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη συζήτηση ή συνομιλία που έχει ένα καθορισμένο ή συγκεκριμένο περιεχόμενο, συχνά εντός ενός συγκεκριμένου πλαισίου ή σε σχέση με κάποιον θεματικό τομέα. Η χρήση της είναι πιο συχνή σε προφορικό γλώσσα, αλλά μπορεί να εμφανίζεται και σε γραπτό κείμενο, κυρίως σε περιβάλλοντα όπου η επικοινωνία και οι συνομιλίες είναι σημαντικές όπως συναντήσεις ή σεμέ παρουσίασης.
Είχα μια συζήτηση για το έργο με την ομάδα μου.
"The talk-in at the conference really opened my eyes to new ideas."
"Μερικές φορές στις συναντήσεις, απλώς μιλάμε γύρω-γύρω χωρίς να καταλήγουμε σε συμπεράσματα."
"Talk-in detail": να μιλάς λεπτομερώς ή να αναλύεις μια κατάσταση ή θέμα.
"Πρέπει να συζητήσουμε λεπτομερώς για τις προσαρμογές του προϋπολογισμού."
"Talk-in confidence": να μιλήσεις με αυτοπεποίθηση.
Η φράση "talk-in" φαίνεται να προήλθε από το συνδυασμό της λέξης "talk" (μιλώ, συζητώ) και της πρόθεσης "in", υποδεικνύοντας ότι η συνομιλία έχει συγκεκριμένο περιεχόμενο ή πλαίσιο.
Συνώνυμα: - συζήτηση - διάλογος
Αντώνυμα: - σιωπή - αδιαφορία