tamper switch: ουσιαστικό
/tæmpər swɪtʃ/
Ο όρος "tamper switch" αναφέρεται σε μια συσκευή που χρησιμοποιείται κυρίως σε συστήματα ασφαλείας. Είναι σχεδιασμένη να ανιχνεύει αν μια συσκευή ή ένα αντικείμενο έχει παραβιαστεί ή αλλοιωθεί. Χρησιμοποιείται συνήθως σε συναγερμούς, κλειδώματα και παρόμοια συστήματα. Η συχνότητα χρήσης του είναι συχνά υψηλή στο γραπτό πλαίσιο, ιδιαίτερα σε τεχνικά και βιομηχανικά κείμενα.
The tamper switch was triggered when someone attempted to open the safe.
Ο διακόπτης παραβίασης ενεργοποιήθηκε όταν κάποιος επιχείρησε να ανοίξει το χρηματοκιβώτιο.
It is essential to install a tamper switch in security systems to prevent unauthorized access.
Είναι απαραίτητο να εγκαταστήσετε έναν διακόπτη παραβίασης σε συστήματα ασφαλείας για να αποτρέψετε την μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση.
Δεν υπάρχουν πολλές γνωστές ιδιωματικές εκφράσεις που να περιλαμβάνουν τον όρο "tamper switch", ωστόσο μπορεί να συνδυαστεί σε άλλες εκφράσεις που σχετίζονται με την ασφάλεια.
"The system is foolproof with a tamper switch in place."
Το σύστημα είναι αλάνθαστο με έναν διακόπτη παραβίασης στη θέση του.
"We rely on the tamper switch to enhance our security protocols."
Εξαρτόμαστε από τον διακόπτη παραβίασης για να ενισχύσουμε τα πρωτόκολλα ασφαλείας μας.
"If the tamper switch goes off, an alarm will sound immediately."
Αν ενεργοποιηθεί ο διακόπτης παραβίασης, μια σειρήνα θα χτυπήσει αμέσως.
Η λέξη "tamper" προέρχεται από τον γερμανικό όρο "tamper" που σημαίνει "παραβίαση" ή "παρεμβολή". Η λέξη "switch" προέρχεται από το παλαιότερο γαλλικό "eswitcher", που σημαίνει "γυρίζω".
Συνώνυμα: - bypass switch - intrusion detector
Αντώνυμα: - security switch - safe switch
Αυτές οι πληροφορίες θα σας βοηθήσουν να κατανοήσετε καλύτερα το νόημα και τη χρήση του όρου "tamper switch".