tanglefoot - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

tanglefoot (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Φωνητική μεταγραφή

/ˈtæŋɡlˌfʊt/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήσεις

Η λέξη "tanglefoot" αναφέρεται σε μια κολλώδη ή παχύρρευστη ουσία, συνήθως χρησιμοποιούμενη για να παγιδεύει ή να δυσκολεύει τη μετακίνηση ζωντανών οργανισμών (συνήθως έντομα). Στην πιο ευρεία της έννοια, μπορεί να περιγράφει κάτι που προκαλεί σύγχυση ή δυσκολία στην κίνηση ή δράση. Χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και στον προφορικό λόγο, κυρίως σε τεχνικές ή επιστημονικές συζητήσεις.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The tanglefoot prevented the insects from escaping.
  2. Ο τανγκλεφούτ εμπόδισε τα έντομα να ξεφύγουν.

  3. After applying the tanglefoot, we noticed a significant reduction in the pest population.

  4. Αφού εφαρμόσαμε το τανγκλεφούτ, παρατηρήσαμε σημαντική μείωση στον πληθυσμό των παρασίτων.

  5. The artist used tanglefoot to create a unique sticky sculpture.

  6. Ο καλλιτέχνης χρησιμοποίησε τανγκλεφούτ για να δημιουργήσει ένα μοναδικό κολλητικό γλυπτό.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "tanglefoot" δεν είναι πολύ συχνή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σχετίζεται με την έννοια του μπερδέματος ή της δυσκολίας. Μερικές σχετικές εκφράσεις που περιλαμβάνουν την έννοια της σύγχυσης ή του ελέγχου:

  1. "Caught in a tanglefoot"
  2. Σημαίνει ότι κάποιος έχει παγιδευτεί σε μια δύσκολη κατάσταση.
  3. Ήταν πραγματικά "caught in a tanglefoot" όταν οι υποχρεώσεις του τον συμπίεσαν.
  4. (He was really caught in a tanglefoot when his commitments piled up on him.)

  5. "To tangle one's feet"

  6. Σημαίνει να πέσει ή να μπλέξει κάποιος τα πόδια του.
  7. Η ανάβαση έγινε επικίνδυνη όταν άρχισα να "tangle my feet" στα κλαδιά.
  8. (The climb became dangerous when I started to tangle my feet in the branches.)

  9. "Tanglefooted"

  10. Περιγράφει κάποιον που είναι άγαρμπος ή αδέξιος.
  11. Ο φίλος μου είναι λίγο "tanglefooted" όταν παίζει μπάσκετ.
  12. (My friend is a bit tanglefooted when he plays basketball.)

Ετυμολογία

Η λέξη "tanglefoot" προέρχεται από την αγγλική γλώσσα με δύο στοιχεία: "tangle" που σημαίνει μπερδεύω και "foot" που αναφέρεται σε κάτι που σχετίζεται με την κίνηση (τα πόδια). Η συνδυασμένη σημασία υποδηλώνει κάτι που προκαλεί μπέρδεμα ή περιορισμούς στην κίνηση.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Sticky substance (κολλώδης ουσία) - Adhesive (κόλλα)

Αντώνυμα: - Smooth (λεία) - Fluid (ρευστή)



25-07-2024