jute: τζούτ; οργανικό υλικό, που κατασκευάζεται από φυτά
Σημασία της λέξης
tarred jute: Αναφέρεται σε τζούτ (λάδι) που έχει καλυφθεί ή επενδυθεί με πίσσα, συχνά χρησιμοποιούμενο σε κατασκευές ή για την προστασία από τη διάβρωση και την υγρασία. Στην αγγλική γλώσσα, η χρήση του συνδυασμού αυτού είναι σχετικά ειδική και ενδέχεται να εμφανίζεται κυρίως σε τεχνικά και κατασκευαστικά κείμενα, καθώς και στη γεωργία. Η συχνότητα χρήσης του είναι χαμηλότερη στον καθημερινό προφορικό λόγο.
Παραδείγματα προτάσεων
The workers used tarred jute to cover the wooden poles.
Οι εργάτες χρησιμοποίησαν τζούτ καλυμμένο με πίσσα για να καλύψουν τους ξύλινους στύλους.
Tarred jute is often employed in construction for its durability.
Το τζούτ που έχει καλυφθεί με πίσσα χρησιμοποιείται συχνά στις κατασκευές λόγω της αντοχής του.
Ιδιωματικές εκφράσεις
Δεν είναι συνηθισμένο το "tarred jute" να χρησιμοποιείται σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά γίνεται αναφορά στην προστασία και τη σταθερότητα που προσφέρει. Έτσι μπορούμε να δώσουμε μερικές φράσεις κατασκευασμένες γύρω από αυτή την έννοια:
Using tarred jute gives your project a solid foundation.
Η χρήση τζούτ καλυμμένου με πίσσα προσφέρει στο έργο σου μια σταθερή βάση.
When in doubt, go for tarred jute fabric for weatherproofing.
Όταν αμφιβάλλεις, προτίμησε το ύφασμα από τζούτ καλυμμένο με πίσσα για ανθεκτικότητα στις καιρικές συνθήκες.
The durability of tarred jute makes it a favored choice for outdoor structures.
Η ανθεκτικότητα του τζούτ που έχει καλυφθεί με πίσσα το καθιστά αγαπημένη επιλογή για υπαίθριες κατασκευές.
Ετυμολογία
tarred: προέρχεται από τη λέξη "tar", η οποία σημαίνει πίσσα και χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει τη διαδικασία επικάλυψης ή προστασίας.
jute: προέρχεται από τη γλώσσα Μπενγκάλι "jute" ή "jhuta", που σημαίνει ίνα από φυτά της οικογένειας τζούτ.