Το "telluride" είναι ένα ουσιαστικό.
/tɛl.jʊ.raɪd/
Η λέξη "telluride" αναφέρεται σε μια ένωση που περιέχει το στοιχείο τελούριο, συχνά σε μορφή άλατος με ένα άλλο στοιχείο ή μέταλλο. Οι τελουρίδες βρίσκονται συνήθως σε μεταλλεύματα και έχουν σημασία στη χημεία και τη μεταλλουργία. Στη γλώσσα των Αγγλικών, χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά κείμενα και φράσεις που σχετίζονται με γεωλογία ή χημεία.
Η λέξη "telluride" χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο, ιδίως σε κείμενα που σχετίζονται με τη χημεία ή τη μεταλλοurgia, ενώ είναι λιγότερο συχνή στον προφορικό λόγο.
Οι ερευνητές μελετούν τις ιδιότητες της τελουρίδης σε εφαρμογές ημιαγωγών.
Telluride is commonly found in ores associated with silver and gold deposits.
Η τελουρίδης βρίσκεται συνήθως σε μεταλλεύματα που σχετίζονται με αποθέματα αργύρου και χρυσού.
The discovery of new tellurides has opened up possibilities for novel electronic materials.
Η λέξη "telluride" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα, καθώς ανήκει κυρίως σε επιστημονικά ή τεχνικά περιβάλλοντα. Ωστόσο, μπορεί να περιληφθεί σε συνδυασμούς που σχετίζονται με την τεχνολογία και τη χημεία.
Η λέξη "telluride" προέρχεται από το λατινικό "tellus", που σημαίνει "γη", και την κατάληξη "-ide", η οποία χρησιμοποιείται για να δηλώσει ενώσεις ή άλατα που προέρχονται από ένα μεταλλικό στοιχείο.
Η λέξη "telluride" είναι εξειδικευμένη και σχετίζεται με επιστημονικούς όρους, αλλά η χρήση της μπορεί να επεκταθεί σε αναλύσεις και σπουδές γύρω από το τελούριο και συνδέεται με έρευνες στο πεδίο της χημείας και της γεωλογίας.