Επίστημα: ουσιαστικό
Φωνητική μεταγραφή: /ˈtɛm.ən.ɔs/
Το "temenos" προέρχεται από την αρχαία ελληνική γλώσσα και αναφέρεται σε έναν ιερό χώρο ή περιοχή που προορίζεται για λατρεία ή προσκύνημα. Αυτές οι περιοχές συνήθως περιβάλλονται από κάποιο είδος φράχτη ή τοίχου και θεωρούνται χώροι αφιερωμένοι σε θεότητες ή σε σημαντικά αρχαία γεγονότα. Χρησιμοποιείται κυρίως σε αρχαιολογικά και θεολογικά κείμενα.
Η συχνότητα χρήσης του "temenos" είναι περιορισμένη και συνήθως εμφανίζεται σε περισσότερα γραπτά συμφραζόμενα, όπως ακαδημαϊκά έργα ή αναφερόμενα σε αρχαίους πολιτισμούς.
Οι αρχαίοι Έλληνες κατασκεύασαν ένα τεμένο για να τιμήσουν τους θεούς τους.
Many temples included a temenos area where worshippers could gather.
Η λέξη "temenos" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις στην καθημερινή ομιλία. Όμως, σε θεολογικά ή φιλοσοφικά κείμενα, μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για να περιγράψει χώρους ή έννοιες της ιερότητας.
Η έννοια του τεμένους συχνά συνδέεται με ιδέες καταφυγίου και προστασίας σε θρησκευτικά κείμενα.
In many cultures, the temenos serves as a reflection of community values and beliefs.
Η λέξη "temenos" προέρχεται από την αρχαία ελληνική "τέμενος", που σημαίνει "αφιερωμένος χώρος". Συνδέεται με το ρήμα "τεμείν", που σημαίνει "να κόβει", υποδηλώνοντας την ιδέα της ξεχωριστής ή παρθένας περιοχής.
Συνώνυμα: - ιερός χώρος - ιερό - λατρευτικός χώρος
Αντώνυμα: - κοσμικός χώρος - κοινός χώρος - δημόσιος χώρος
Το "temenos" λειτουργεί ως έννοια που τονίζει την ιερότητα και την αφιέρωση ενός χώρου, καθώς παράλληλα το διαχωρίζει από την κοσμική ή καθημερινή πραγματικότητα.